Το αυτοκίνητο του πάστορα Πίρσον, που ταξιδεύει μαζί με την κόρη του, τη Λένι, στην Αργεντινή, κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο, παθαίνει μια βλάβη, που τον οδηγεί στο σπίτι του –αγνώστου του μέχρι τότε– μηχανικού Γκρίνγκο Μπάουερ, και του μικρού Ταπιόκα, του βοηθού του. Γύρω τους, ο καιρός αγριεύει, προμηνύοντας καταιγίδα. Με αυτό το δωρικό σκηνικό ξεκινά η Σέλβα Αμάντα την πρώτη της νουβέλα, που μοιάζει με ένα road movie σε στάση.
O χώρος διαδραματίζει σε αυτή εξίσου σημαντικό ρόλο με τους χαρακτήρες: για την ακρίβεια, η αίσθηση της παύσης από το ταξίδι, της ενδιάμεσης κατάστασης μεταξύ βλάβης και επιδιόρθωσης του αυτοκινήτου, είναι αυτή που επιτρέπει μια κοντινή ματιά στα πρόσωπα του δράματος. Ο αιδεσιμότατος Πίρσον, με βαθιά πίστη στον Χριστό, επιθυμεί να μεταλαμπαδεύσει τις διδασκαλίες του Κυρίου σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Ο Γκρίνγκο, από την άλλη, πρακτικός και με γνώση του πώς λειτουργούν τα αντικείμενα, αλλά και το χαλασμένο αυτοκίνητο του αιδεσιμότατου, παρουσιάζεται δύσπιστος απέναντι στα θρησκευτικά κηρύγματα («Τώρα σκεφτόταν πως ίσως έπρεπε να έχει προειδοποιήσει το παιδί για τις ιστορίες της Βίβλου. Ήταν απλό να βρει μια φυσική εξήγηση για τον φωσφορισμό των βάλτων. Δεν θα ήταν όμως το ίδιο εύκολο να βγάλει από το μυαλό του τις ιδέες περί Θεού»). Παρ’ όλα αυτά, κανείς από τους δύο χαρακτήρες, που θα μπορούσαν να έχουν αποτυπωθεί μονόπλευρα, δεν παρουσιάζεται με μονοδιάστατο τρόπο. Η Λένι, η έφηβη κόρη του αιδεσιμότατου, διαχωρίζει στη σκέψη της τον πατέρα της από τον αιδεσιμότατο ως δύο διαφορετικά άτομα. Και ο Ταπιόκα, που βρίσκεται στο εργαστήρι του Γκρίνγκο ως βοηθός, δεν γνωρίζει ότι είναι στα αλήθεια γιος του μηχανικού, μια λεπτομέρεια που αφήνει να διαφανεί μια ισχυρή αίσθηση ευθύνης από την πλευρά του πραγματιστή Γκρίνγκο, που φαίνεται κατά τα άλλα να μην έχει ενδιαφέρον για τις υφές της θρησκευτικής ηθικής.
Η παύση του χώρου, της εξέλιξης αυτού που μοιάζει να είναι ένα ταξίδι, δίνει πρόσβαση και σε μια ιδιαίτερη χρήση του χρόνου από τη συγγραφέα: ενώ όλη η υπόθεση ημερολογιακά εκτυλίσσεται μέσα σε μία μόνο μέρα, οι συχνές αναδρομές σε συμβάντα από το παρελθόν των πρωταγωνιστών ολοκληρώνουν τη σύνθεσή τους. Εντύπωση κάνουν και κάποια παραθέματα κηρυγμάτων του αιδεσιμότατου, σε πλάγια γράμματα, που μπορούν να ιδωθούν ως ιντερλούδια, αφού σηματοδοτούν μια αλλαγή στην πορεία της ιστορίας, ανεπαίσθητη σε πρώτη ανάγνωση. Τα κηρύγματα αυτά δεν τοποθετούνται στον χρόνο και τον τόπο, και μάλιστα δεν έχουν καν αρίθμηση, όπως τα υπόλοιπα κεφάλαια. Είναι κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς θυμίζουν την κύρια αποστολή του Πίρσον, την οποία αναλαμβάνει να υπηρετεί ανεξαρτήτως χρόνου και τόπου. Γιατί είναι σε εκείνον τον μη-χώρο, με τον χρόνο που κυλά τόσο ιδιόμορφα, που συνειδητοποιεί ότι ο Ταπιόκα είναι μια αγνή ψυχή, και ότι θέλει να τον πάρει μαζί του, για να του διδάξει τον Λόγο του Κυρίου. Ως τη στιγμή της συνειδητοποίησης του Πίρσον, τα πάντα μοιάζουν με κράτημα αναπνοής: αναμένεται η επισκευή του αυτοκινήτου, αναμένει η Λένι να ξεφύγει από το διαρκές ταξίδι του αιδεσιμότατου, αναμένει όμως κι ο αιδεσιμότατος τη συνέχεια του ταξιδιού, και ο μηχανικός και ο γιος του το να φύγουν οι δυο επισκέπτες. Αυτή η διαρκής αναμονή, στην οποία οι αναμνήσεις των πρωταγωνιστών, που εμάς μας βοηθούν να τους σχηματίσουμε στο μυαλό μας, ίσως για τους ίδιους να μην είναι παρά υπενθύμιση της μη-κίνησής τους, είναι ένα στάδιο απατηλής απραξίας. Γιατί στους αποσπασματικούς διαλόγους τους κυοφορείται η δράση, όπως στο τοπίο που τους περιτριγυρίζει σύντομα θα φτάσει μια άγρια καταιγίδα.
Η Σέλβα Αμάντα πετυχαίνει στο πρώτο μέρος αυτού που ονόμασε «Τριλογία των ανδρών» να ανοίξει «μεγάλες» θεματικές, όπως η πίστη, η θρησκεία, η πατρότητα, η εσώτερη αίσθηση του σκοπού. Με τον επιδέξια λιτό λόγο που μεταχειρίζεται, τις θεματικές της δεν θα λέγαμε ότι τις θίγει, αλλά μάλλον ότι τις απιθώνει, χωρίς περιττές αναλύσεις και ερμηνείες, μπροστά μας. Τις τοποθετεί, επίσης, στο αχανές αργεντίνικο τοπίο, το οποίο η ίδια έχει δηλώσει ότι έχει επηρεάσει τη γραφή της, κυρίως δε το τοπίο του Έντρε Ρίος, από όπου κατάγεται. Σε αυτό το στιγμιότυπο του χώρου, στο οποίο έχει εντάξει τα πρόσωπα του δράματος, έρχεται ο άνεμος που σαρώνει – εν τέλει, όμως, το τοπίο μένει άθικτο, ενώ οι χαρακτήρες έχουν πάρει κατευθύνσεις άλλες, που δεν ξέρουμε πού οδηγούν.
Ο άνεμος που σαρώνει
Σέλβα Αμάντα
Κλειδάριθμος, 2023