(Αυτή τη φορά νιώθω σαν να μου στέγνωσε η κριτική και η μη κριτική. Σκέπτομαι πιο πολύ ένα ταξίδι που έκανα στην Πελοπόννησο, όχι μακριά από τα μέρη που μεγάλωσα.)
6/11/2022
Όταν ο Κώστας Στιβακτάς από την Καστανιά είδε μέλισσες να μπαινοβγαίνουν σε ένα κομμάτι γης έξω από το χωριό, φαντάστηκε ότι εκεί έχει νερό και θέλησε να βρει την πηγή του.
1910. Άνω Καστανιά. Ανομβρία.
Σπάει την πέτρα, για να δει πού μπαίνουν οι μέλισσες, κι έτσι δημιουργεί την είσοδο του Σπηλαίου της Καστανιάς. Μόνος του, πρώτος άνθρωπος που μπήκε μέσα στο σπήλαιο κι εξερεύνησε τα πάνω από χίλια τετραγωνικά του από άκρη σ’ άκρη, κρατώντας μια αναμμένη αφάνα για φως. Στην αρχή έψαχνε για το νερό της μέλισσας. Το ξέρουμε, γιατί οι σταλαγμίτες γύρω από τους νερόλακκους είναι μαυρισμένοι από τον πυρσό του. Έπειτα πέρασε χρόνο εκεί, μαθαίνοντας το σπήλαιο πιθαμή προς πιθαμή. Έτσι δείχνουν τα περαστικά σημάδια που άφηνε από δω κι από κει, πλησιάζοντας.
Γενναίος ή τυχερός; Είπαν πως ήθελε θάρρος να μπεις μονάχος σε μια μεγάλη τρύπα στη γη. Ίσως να ήθελε μοναχά μια παρατεταμένη ανομβρία. Από τύχη αυτή η τρύπα ήταν μια δίοδος φιλική, φτιαγμένη για περπάτημα κι όχι για πτώση, που κατέληγε στην πλατεία των πολλών σταλακτιτών. Το σπήλαιο της Καστανιάς δεν είχε βλαβερά αέρια, ούτε άλλους κατοίκους πέρα από τα τυφλά τριζόνια των σπηλαίων, που είναι αλμπίνοι κι έχουν μακριές κεραίες, και τις περαστικές μέλισσες που έβρισκαν το νερό. Δεν βρέθηκε κανείς σκελετός ανθρώπου ή ζώου, ούτε άλλα ίχνη ζωής. Ο Στιβακτάς ήταν ο πρώτος άνθρωπος, όλα δείχνουν, που μπήκε στο σπήλαιο.
Και κράτησε την ύπαρξη του σπηλαίου μόνο για τον εαυτό του για πάνω από τριάντα χρόνια. Ακόμα και στον Β΄ Π.Π., όταν οι Γερμανοί έφτασαν ως την αφιλόξενη μύτη της Λακωνίας κι έχτισαν στο γειτονικό χωριό Βελανίδια το λεγόμενο Έργο, με την καταναγκαστική εργασία των κατοίκων, ο Στιβακτάς δεν μίλησε. Το στόμα του το άνοιξε μόνο τη δεκαετία του ’50, όταν ο Δήμαρχος στέλνει πρωτοχρονιάτικες ευχετήριες κάρτες που είχανε πάνω τους φωτογραφία του Σπηλαίου του Διρού, στη Μάνη. Βλέποντας τη δική του κάρτα, λέει ο Στιβακτάς: «Αυτό δεν είναι τίποτα. Εγώ έχω ένα σπήλαιο πολύ καλύτερο». Κι έτσι, η ύπαρξη του σπηλαίου μαθεύτηκε, με έγγραφο κοινοποίησης στην Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία το 1958.
Τι είναι αυτό που οδήγησε τον Στιβακτά να κρατήσει το μυστικό για το μαγικό αυτό σπήλαιο με τον αδιανόητα πυκνό διάκοσμο για τόσα χρόνια; Τι ήταν αυτό που τον έκανε τελικά να το αποκαλύψει;
Εδώ είναι σαν να βρίσκεται μια σχέση μεταξύ της σύνδεσης του ανθρώπου με τον χώρο, λέω γω. Τη σχέση του Στιβακτά με το Σπήλαιο τη χαρακτήριζε μια τέτοια αποκλειστικότητα, που συγγένευε με το άφατο. Αν η λέξη ειπωθεί, η αποκλειστικότητα του μυστικού, βασικός πόλος της σύνδεσής του με τον χώρο, θα χανόταν, αλλάζοντας τη σχέση. Θα τη διεύρυνε όμως ή θα την έκανε τρωτή;
Κι όμως, ο Στιβακτάς είπε στο τέλος τη λέξη και την άλλαξε τη σχέση αυτή, όταν είδε την καρτ-ποστάλ που περήφανα διαλαλούσε την ύπαρξη του Σπηλαίου του Διρού. Κανείς δεν ξέρει τι είχε σκεφτεί για το δικό του Σπήλαιο και σιωπούσε τόσα χρόνια. Μήπως ότι ή θα ήταν μόνο για εκείνον κι αγαπητό ή ολωνών και μαγαρισμένο; Μήπως μετά την καρτ-ποστάλ να σκέφτηκε ένα τρίτο ενδεχόμενο: και ολωνών και αγαπητό;
Δεν ξέρω τι είναι αυτό που δένει τους ανθρώπους μέσα από τη σιωπή σε έναν τόπο. Αναρωτιέμαι, κιόλας, τι είναι αυτό που τους κάνει να μιλούν. Αναρωτιέμαι πού με οδηγεί, αναμμένη αφάνα, η ιστορία του Στιβακτά, στη Λακωνία, ακόμα και το πώς γίνεται ως σήμερα η διαχείριση του Σπηλαίου, ως τόπου κοινοποιημένου αλλά ταυτόχρονα δυσπρόσιτου, καθώς ο Δήμος δεν έχει μεριμνήσει, για να υπάρχει καλή οδική σύνδεση αυτής της πλευράς των Βατίκων, που είναι πίσω από το βουνό και κοντά στον Κάβο Μαλιά, ούτε μεταξύ των ίδιων των χωριών ούτε με τη γειτονική Μονεμβάσια. Ποια η σχέση των ανθρώπων της Καστανιάς με το σπήλαιο; Ο ξεναγός μας, ο Παναγιώτης Ζερεφός, μας είπε ότι, όταν ήταν παιδιά, το σπήλαιο ήταν το παιχνίδι τους, και μπαινόβγαιναν σε αυτό. Άλλες μέλισσες. Μυστικό για ιδιωτική απόλαυση, παιχνίδι για τη διασκέδαση των παιδιών. Ναι, η σχέση άλλαξε.
Σκέπτομαι ότι υπάρχει η σιωπή για τον χώρο, γιατί αυτός είναι αυτονόητος. Κι αυτή διαφέρει από τη σιωπή για κάτι που δεν έχει γίνει αντιληπτό ή που δεν έχει επέλθει συνειδητοποίηση ότι υπάρχει, αν και μπορεί κάποια στιγμή αυτές οι δυο σιωπές να συναντηθούν. Υπάρχει και η σιωπή, γιατί ναι μεν κάτι είναι αντιληπτό, τα λόγια όμως δεν έχουν ακόμα σχηματιστεί, και ίσως κι αυτή να συγγενεύει με την πρώτη. Αλλά υπάρχει και η σιωπή, γιατί κάτι είναι αντιληπτό, δεν θεωρείται αυτονόητο –πράγμα που θα κρατούσε περιττή τη γνωστοποίησή του– κι όμως επιλέγεται συνειδητά. Η σιωπή του Κώστα Στιβακτά, βοσκού από την Καστανιά των Βατίκων, για το Σπήλαιο με εντυπωσιάζει σχεδόν παραπάνω από το ίδιο, το απίστευτα εντυπωσιακό σπήλαιο.