Κάποιοι αναφέρονται σ’ αυτό με τον όρο “positive affirmations”. Άλλοι το ονομάζουν «αυτό-ενδυνάμωση». Τη στιγμή που μερικοί πιστεύουν ακράδαντα ότι οι λέξεις που χρησιμοποιούμε, δημιουργούν την πραγματικότητά μας, άλλοι κοιτούν καχύποπτα πιστεύοντας ότι όλα αυτά δεν είναι παρά τεχνάσματα του μυαλού.
Πάμε όμως μερικά χρόνια πίσω, στη δεκαετία του 1990, όταν ο Ιάπωνας επιστήμονας Μασάρου Έμοτο άρχισε να διατείνεται ότι οι λέξεις ασκούν δύναμη στο νερό μέσω της ενέργειάς τους, μεταβάλλοντας έτσι τη μορφή του. Στα πειράματα που διεξήγαγε, έριξε καθαρό νερό σε δυο δοχεία, τα οποία έφεραν ετικέτες με αρνητικές («φόβος», «σε μισώ») και θετικές έννοιες αντίστοιχα («σ’ αγαπώ», «ειρήνη»). Ύστερα από είκοσι τέσσερις ώρες, παρατήρησε ότι το νερό είχε αρχίσει να παγώνει, αλλά παρόλο που τα δυο δοχεία είχαν ακριβώς την ίδια ποσότητα και ποιότητα νερού, οι κρύσταλλοι που δημιουργήθηκαν, διέφεραν. Στο δοχείο που έφερε τις αρνητικές λέξεις, οι κρύσταλλοι ήταν γκρι και παραμορφωμένοι, ενώ στο άλλο ήταν όμορφοι και γυαλιστεροί.
Ο Έμοτο προχώρησε το πείραμά του κι ένα βήμα παραπάνω: σε μια σχολική τάξη, τοποθέτησε δυο κούπες μαγειρεμένο λευκό ρύζι – η πρώτη έφερε ετικέτα με τη λέξη «ευχαριστώ», και η δεύτερη μία ετικέτα που έγραφε «είσαι κορόιδο». Οι μαθητές που συμμετείχαν στο πείραμα, έπρεπε να στέκονται μπροστά από τα δοχεία δυο φορές τη μέρα, διαβάζοντας δυνατά τις λέξεις στο καθένα απ’ αυτά, σαν να τους απευθύνονται. Έπειτα από τριάντα ημέρες, το λευκό ρύζι στο πρώτο βάζο είχε παραμείνει λευκό και αφράτο, σε αντίθεση με το άλλο, που είχε μετατραπεί σε μια μαύρη μάζα.
Βέβαια, ο Έμοτο έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως ψευδοεπιστήμονας. Ωστόσο, αν υποθέσουμε ότι τα παραπάνω ισχύουν, αποδεικνύουν αυτά που αναφέρει και η επιστήμη της ψυχολογίας: οι λέξεις μετράνε. Οι λέξεις έχουν σημασία. Οι λέξεις διαμορφώνουν τόσο το ποιοι είμαστε όσο και το πώς βλέπουμε την καθημερινότητα, τη ζωή και τις σχέσεις μας.
Η σημασία τους αποκρυσταλλώνει τις πεποιθήσεις, που με τη σειρά τους διαμορφώνουν τη ζωή μας, κατευθύνουν τη συμπεριφορά μας και δημιουργούν εν τέλει τον μικρόκοσμό μας. Η δύναμή τους έγκειται ακριβώς στις συναισθηματικές μας αντιδράσεις, όταν τις διαβάζουμε, τις προφέρουμε ή τις ακούμε.
Οι αρνητικές λέξεις αυξάνουν τη δραστηριότητα της αμυγδαλής, η οποία είναι υπεύθυνη για τις αντιδράσεις φόβου και αυτοπροστασίας από τους κινδύνους. Αντιθέτως, οι θετικές λέξεις βοηθούν τον εγκέφαλο να συνεχίζει να δουλεύει με κανονικό ρυθμό, δίνοντάς μας τον έλεγχο.
Δεν είναι μάλιστα λίγες οι σχολές ψυχολογίας που αναφέρουν ότι όσο περισσότερες θετικές λέξεις χρησιμοποιούμε, τόσο πιο πολύ έλκουμε καταστάσεις που επιφέρουν θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, αν χρησιμοποιούμε κυρίως λέξεις με αρνητική χροιά, ο εγκέφαλος «αρματώνεται», προκειμένου να είναι έτοιμος να αντιδράσει και να σωθεί από την επικείμενη «καταστροφή». Αυτό του στερεί κάθε δημιουργικότητα και τον θέτει σε καθεστώς άμυνας. Ίσως βέβαια όλα αυτά να μην έχουν να κάνουν μόνο με τις λέξεις αυτές καθαυτές, αλλά και με το γεγονός ότι ένας εγκέφαλος που έχει εκπαιδευτεί στη θετικότητα, είναι πιο αποτελεσματικός στην ερμηνεία γεγονότων και καταστάσεων με τρόπο εποικοδομητικό και ωφέλιμο.
Και ναι, οι τελευταίοι μήνες μάς έχουν δείξει ότι υπάρχουν άπειρες καταστάσεις στις οποίες δεν έχουμε κανέναν έλεγχο. Αυτή είναι άλλωστε και η βάση της ανθρώπινης διάστασής μας – στην πραγματικότητα, λίγα είναι αυτά που ελέγχουμε. Όμως, εξαιρουμένων ακραίων καταστάσεων, ένα από αυτά που μπορούμε σίγουρα να ελέγξουμε, είναι ο ίδιος μας ο εαυτός και ο τρόπος με τον οποίο χειριζόμαστε καταστάσεις. Την επόμενη φορά που θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε μια αντικειμενικά καλή εμπειρία, μπορούμε να τη «ζωγραφίσουμε» με όμορφες λέξεις, και ίσως τότε αρχίσουμε να παρατηρούμε ότι είμαστε πιο τυχεροί απ’ όσο νομίζαμε. Ξαφνικά, ίσως νιώσουμε μια ώθηση αισιοδοξίας, ακόμα και τώρα, που όλα φαίνεται πως ζωγραφίζονται με χρώματα μουντά και σκούρα, όπως και οι αρνητικές λέξεις που μας περιβάλλουν.