When you explain it, it becomes BANAL.

Η τελευταία παρτίδα των εραστών (ΙΙ) (διήγημα)

Το thumbnail του άρθρου με τίτλο Η τελευταία παρτίδα των εραστών (ΙΙ) (διήγημα)

ΙΙ

              (συνέχεια από το προηγούμενο...)

Ξεκίνησα τη δουλειά αμέσως.

Ο κύριος Σωκράτης με κατατόπισε στον χώρο. Όλα τα αντικείμενα είχαν τοποθετηθεί θεματικά. Τα είδη κουζίνας στα ράφια δεξιά, δίπλα από τις ντουλάπες και τα κομοδίνα, οι πίνακες ο ένας δίπλα στην πλάτη του άλλου, ώστε οι καμβάδες να μην ακουμπούν μεταξύ τους, τα σπάνια βινύλια σε ειδικές πλαστικές θήκες, για να μη σκονίζονται. Ήταν λες και όλα είχαν τον δικό τους, μοναδικό χώρο. Λες και το κάθε άψυχο αντικείμενο είχε αποκτήσει τη δική του, μοναδική ταυτότητα. Όταν τον ρώτησα δε πώς τα κατάφερνε τόσον καιρό χωρίς προσωπικό, εντυπωσιάστηκα από την απάντηση που μου έδωσε. «Είσαι ο πρώτος υπάλληλος που είχα ποτέ» μου είπε. Πώς μπορούσε ένας γέροντας όπως ο κύριος Σωκράτης να διατηρεί ένα αρκετά μεγάλο μαγαζί –για τα δεδομένα των παλαιοπωλείων– τόσο καθαρό και τακτοποιημένο; Είχα σχηματίσει την άποψη πως όλα τα παλαιοπωλεία έπρεπε να ήταν ακατάστατα, πως αυτό αποτελούσε αδιάσπαστο μέρος της αίγλης τους. Και πάλι, ο κύριος Σωκράτης ήρθε να με διαψεύσει: «Δείξε μου το μαγαζί σου, να σου πω ποιος είσαι».

Η σχέση του κύριου Σωκράτη με τις αντίκες έμοιαζε με αυτή του γονιού με το παιδί του. Όταν δεν είχα να ξεσκονίσω κάποια σκονισμένη επιφάνεια ή να σφουγγαρίσω το ξύλινο πάτωμα, έριχνα κλεφτές ματιές προς το μέρος του, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω τις κινήσεις του στον χώρο. Μάταια. Δεν κατάφερνα να καταλάβω τι ήταν αυτό που ασκούσε τόσο μεγάλη επιρροή πάνω του. Τα άψυχα αντικείμενα ήταν αυτό ακριβώς που έλεγε η λέξη: άψυχα. Τότε, γιατί ο κύριος Σωκράτης φερόταν σαν να υπήρχε μία άλλη, ανεξήγητη σύνδεση μεταξύ τους;

Η απάντηση ήρθε με το πέρας της πρώτης εβδομάδας. Μέχρι εκείνη την ημέρα, είχα εξερευνήσει κάθε σπιθαμή του χώρου, από την αποθήκη και την τουαλέτα μέχρι το υπόγειο και το πατάρι. Δεν υπήρχε τίποτα κρυφό, παρά μόνο μία κλειδωμένη πόρτα στο τέλος του διαδρόμου. Μία πόρτα που, όπως είπε ο κύριος Σωκράτης, θα διάβαινα, μόνο όταν εκείνος θα θεωρούσε ότι ήμουν έτοιμος.

Η ημέρα αυτή έφτασε. Τη θυμάμαι σαν χθες. Την προηγούμενη είχε βρέξει καταρρακτωδώς και τα φρεάτια της Ηφαίστου είχαν βουλώσει. Φύλλα και πλαστικά περιτυλίγματα κάθε λογής έτοιμου φαγητού είχαν συγκεντρωθεί έξω από τη βιτρίνα. Ήμουν έτοιμος να πετάξω τις γεμάτες με σκουπίδια σακούλες στον κάδο, όταν ο κύριος Σωκράτης με πλησίασε. Φαινόταν λαχανιασμένος, παρόλο που δεν είχε ασχοληθεί με κάποια χειρωνακτική εργασία.

«Θέλω μία χάρη» μου είπε και κατευθύνθηκε προς τη μυστηριώδη πόρτα. Την ξεκλείδωσε και πέρασε μέσα. Άργησα να καταλάβω τι με ήθελε ακριβώς. Ένιωθα πως αυτό το δωμάτιο έκρυβε κάποιο ανομολόγητο μυστικό – ένα δωμάτιο στο οποίο μόνο οι ευνοούμενοι του κυρίου Σωκράτη είχαν τη δικαιοδοσία να εισέρχονται. Δεν σας κρύβω πως, στη σκέψη ότι είχα γίνει και εγώ ένας από τους εκλεκτούς, χάρηκα. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα αναπτύξαμε μία σχέση φιλίας που όμοιά της δεν είχα συναντήσει ξανά. Στα μάτια του κυρίου Σωκράτη είδα έναν μέντορα, έναν άντρα μορφωμένο, αλλά άκρως μελαγχολικό. Έναν άνθρωπο που κατάφερε να ορθοποδήσει έπειτα από αλλεπάλληλες δυστυχίες.

Όμως αυτή η ιστορία είναι η δική μου ιστορία. Ίσως πιο μετά, όταν θα βρω λίγο χρόνο, να σας μιλήσω για τον βίο και την πολιτεία του κύριου Σωκράτη. Μέχρι τότε, κάντε λίγη υπομονή. Προτιμώ να σας πω τα γεγονότα με τη χρονολογική σειρά, όπως τα έζησα εγώ, παρά να βιαστώ και να φτάσω κατευθείαν στο τέλος. Εξάλλου, σημασία έχει το ταξίδι και όχι ο προορισμός. Και ο προορισμός στην προκειμένη περίπτωση θα σας καταπλήξει. Πιστέψτε με!

Στο κλειδωμένο, μέχρι πρότινος, δωμάτιο φυλάσσονταν τα πιο παράξενα αντικείμενα που είχα δει ποτέ. Από χάρτες και αστρολάβοι που οδηγούσαν σε φανταστικές τοποθεσίες μέχρι χρυσά δαχτυλίδια και πολύτιμοι λίθοι.

«Όλα αυτά τα κειμήλια που βλέπεις έχουν τη δική τους ζωή, τη δική τους συνείδηση. Μπορεί να μην το καταλαβαίνεις ακόμα, αλλά αναπνέουν όπως και εμείς. Το μόνο που χρειάζομαι από εσένα είναι να μου πιάσεις από εκείνο το ράφι το ταμπλό. Βλέπεις, δεν φτάνω, και…»

Δεν τον άφησα να ολοκληρώσει την πρότασή του, γιατί δεν ήθελα να τον βλέπω να απολογείται για κάτι που δεν έφταιγε.  Στάθηκα στις μύτες και το κατέβασα.

Ήταν ένα ταμπλό όμοιο με αυτό του σκακιού, καμωμένο από φίλντισι με περίτεχνα γεωμετρικά σκαλίσματα στις άκρες. Μικρά μαύρα και άσπρα βότσαλα, διασκορπισμένα άτακτα στην επιφάνεια, αποτελούσαν τα πιόνια των δύο παικτών. Από τις λίγες γνώσεις που κατείχα, θεώρησα ότι επρόκειτο για ένα σπάνιο κομμάτι πάνω στο οποίο οι παίκτες θα μπορούσαν να παίξουν ντάμα. Ο κύριος Σωκράτης με διέψευσε.

«Αυτό το επιτραπέζιο» είπε καθώς ξεσκόνιζε την επιφάνειά του με προσοχή «ονομάζεται ‘Ludus Latrunculi’ και ανήκει στον Αντίνοο. Ήταν δώρο από τον εραστή του, τον Αδριανό, αυτοκράτορα της Ρώμης. Σύμφωνα με την ιστορία, ο Αντίνοος, για να δείξει την αφοσίωσή του στον αυτοκράτορα, έπεσε στον Νείλο και πνίγηκε. Ο Ανδριανός, συντετριμμένος, ίδρυσε την Αντινούπολη προς τιμήν της μνήμης του και καθιέρωσε το όνομά του αγαπημένου του εραστή ως θρησκεία που λατρευόταν σε όλη την τότε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Και κάπου εδώ τελειώνουν τα γεγονότα και αρχίζει ο θρύλος».

Άκουσα με ενδιαφέρον τη διήγηση του κύριου Σωκράτη και νοερά μεταφέρθηκα σε μία εποχή χιλιάδες χρόνια πριν, όπου ο κόσμος ήταν ακόμα νέος και οι αυτοκρατορίες γεννιούνταν και πέθαιναν εν μία νυκτί. Η αναπόληση καταστράφηκε βίαια από τη συνειδητοποίηση της δυσμενούς συνθήκης στην οποία βρισκόμουν. Εάν τα λεγόμενα του κύριου Σωκράτη ήταν αληθή, τότε αυτό θα σήμαινε ότι είχε στην κατοχή του ένα αρχαίο κειμήλιο εκατοντάδων χρόνων, ένα κειμήλιο που θα έπρεπε να βρίσκεται σε περίοπτη θέση σε κάποιο μουσείο –μιας και η ιστορία που έκρυβε πίσω του ήταν τραγική και βαθιά ανθρώπινη– και όχι καταχωνιασμένο στα ράφια ενός παλαιοπωλείου. Και αν ο κύριος Σωκράτης ήταν αρχαιοκάπηλος και σε έναν έλεγχο ρουτίνας η αστυνομία ανακάλυπτε τα κλοπιμαία; Θα έβρισκα τον μπελά μου. Ίσως να έμπαινα και φυλακή!

Όμως, η έκβαση της ιστορίας μού απέδειξε ότι μερικές φορές είναι προτιμότερο κάποια πράγματα να μένουν παραγκωνισμένα, μακριά από τα αδηφάγα βλέμματα των περίεργων.

Γιατί υπάρχουν δυνάμεις πέρα από τη δική μας αντίληψη. Δυνάμεις που ανήκουν ακόμα και πέρα από τη σφαίρα της φαντασίας, σε μέρη που ο άνθρωπος δεν έχει διανοηθεί να εξερευνήσει. Γιατί ένα φαινομενικά άψυχο αντικείμενο μπορεί να αποκτήσει με τρόπο αναπάντεχο ζωή.

Ο κύριος Σωκράτης με προειδοποίησε. Μου μίλησε για τον μύθο του Ludus Latrunculi και με συμβούλεψε να προσέχω. Να μην παίξω την παρτίδα.

Όμως εγώ έστησα τα πιόνια.

Αψήφησα τα λόγια του, πρόδωσα την εμπιστοσύνη του.

Και μόλις κατάλαβα το λάθος μου, ήταν πλέον αργά.      

 

Συνεχίζεται…


Μοιράσου το με αγαπημένους σου