Μια νεαρή κοπέλα αφαιρεί το σελοφάν από το κουτάκι με τις τσίχλες που αγόρασε από το περίπτερο δίπλα στη στάση και ρωτάει τη διπλανή της στο λεωφορείο αν θέλει – χωρίς να τη γνωρίζει. Κάποιος άλλος, σε ένα άλλο λεωφορείο ή τρόλεϊ ή μετρό, κάνει το ίδιο, αντί για τσίχλες, με σοκολατάκια, με πατατάκια, με μπισκότα ή με ξηρούς καρπούς – και ο αποδέκτης δέχεται το κέρασμα χαμογελώντας και χωρίς να σπεύσει να τον ρωτήσει καχύποπτα, έστω και με χιούμορ, αν κατεβαίνει υποψήφιος στις εκλογές. Ένας Νοτιοασιάτης μετανάστης προσπαθεί με νοήματα να εξηγήσει στον Βορειοευρωπαίο τουρίστα ότι το μηχάνημα της επικύρωσης που προσπαθεί να χρησιμοποιήσει δεν λειτουργεί – και ο Βορειοευρωπαίος τον εμπιστεύεται. Ένα αγόρι με σκουλαρίκια σε κάθε πιθανό σημείο του προσώπου του βοηθά μία ηλικιωμένη γυναίκα από την επαρχία να βγάλει εισιτήριο ηλεκτρονικά. Μία μητέρα που έχει μόλις παραλάβει το παιδί της από το σχολικό ακολουθεί στη δημόσια υπηρεσία τη μετανάστρια που την άρπαξε με κλάματα από τα χέρια την ώρα που διέσχιζε το πεζοδρόμιο, ικετεύοντάς τη με τη γλώσσα του σώματος να τη βοηθήσει, επειδή κινδυνεύει να απελαθεί. Ένας ένοικος μιας πολυώροφης πολυκατοικίας μοιράζεται τον κωδικό του ίντερνετ με τη μέχρι πρότινος άγνωστη γειτόνισσα που μόλις μετακόμισε στο διπλανό διαμέρισμα. Η τουρίστρια που απλώνει τα ψώνια της στον κυλιόμενο πάγκο του ταμείου του σούπερ-μάρκετ προσφέρεται να μεταφέρει την μπροστινή της, που δεν βρίσκει ταξί, στον προορισμό της με το αυτοκίνητο που έχει νοικιάσει για τις διακοπές της. Μια κοπέλα πουλά σε μία άλλη μία καρέκλα γραφείου, τη βοηθά στη μεταφορά και, όταν φτάνουν στο σπίτι της αγοράστριας, εκείνη τη ρωτά αν θέλει να της φέρει ένα ποτήρι νερό. Ένας γυμνασμένος άνδρας κατεβάζει τη χειραποσκευή του διπλανού του στο αεροπλάνο και έπειτα, κατά την αποβίβαση, δίνει προτεραιότητα σε όλη τη σειρά. Το ίδιο κάνει και ένας νεαρός με ακουστικά στο λεωφορείο των ΚΤΕΛ. Και όλα τα παραπάνω είναι πραγματικά γεγονότα.
Μία κοπέλα σού λέει στον δρόμο ότι της αρέσει το φουλάρι σου –πόσα και πόσα δεν λέμε πιο εύκολα σε αγνώστους παρά σε γνωστούς!– και μία άλλη σε ρωτά τι άρωμα φοράς. Την πρώτη μέρα της άφιξής σου σε μία ξένη χώρα η κυρία που καθαρίζει τον όροφο μπαίνει μαζί σου στο ασανσέρ, για να σου δείξει πώς να βγεις από το κτήριο. Μία φίλη που φιλοξενείς σου αφήνει φεύγοντας δύο υγρά μαντηλάκια για τα γυαλιά σου, μία άλλη σε ρωτά συχνά-πυκνά μήπως σου αρέσει κάποιο ρούχο από αυτά που δεν φοράει πλέον εκείνη, μία τρίτη σε φιλοξενεί το πρώτο βράδυ που μετακομίζεις σε καινούριο σπίτι και το βρίσκεις σε άθλια κατάσταση, μία τέταρτη, κατά τη δική της μετακόμιση, σου αφήνει αναλώσιμα και μία λεκάνη για την κουζίνα που χρησιμοποιείς σχεδόν καθημερινά, ενώ μία πέμπτη, ένας έκτος, μία έβδομη και ένας όγδοος σε βοηθούν στη δική σου μετακόμιση και, όταν τους κάνεις το τραπέζι για να τους ευχαριστήσεις, φέρνουν το γλυκό. Κι αυτά πραγματικά γεγονότα.
Σχεδόν σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις δεν υπάρχει αμοιβαιότητα με ακριβή και απόλυτη αντιστοιχία. Ο Βορειοευρωπαίος τουρίστας, τον οποίον βοηθά ο Νοτιοασιάτης μετανάστης, δεν είναι απαραίτητα ο ίδιος που θα κατεβάσει τη χειραποσκευή του διπλανού του –που μπορεί να είναι και ο ίδιος ο Νοτιοασιάτης– στο αεροπλάνο. Κάτι καλό θα έχει κάνει –ή θα κάνει– όμως σε κάποιον άλλον κάποια άλλη στιγμή.
Σε αρκετά σπίτια συναντά κανείς πλέον τα λεγόμενα «βάζα ευγνωμοσύνης. Γυάλινα βάζα με μία κορδέλα δεμένη φιόγκο στον λαιμό και με πολλά μικρά-μικρά χαρτάκια μέσα. «Όταν συμβαίνει κάτι καλό μέσα στη μέρα σου, γράψ’ το σε ένα χαρτάκι με την αντίστοιχη ημερομηνία, φύλαξέ τα όλα σε ένα βάζο και στο τέλος της χρονιάς άνοιξέ το και διάβασε τι έχεις γράψει» – αυτή είναι η οδηγία. Το εντυπωσιακό είναι ότι το περιεχόμενο αυτών των σημειωμάτων αφορά σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα ανθρώπους και εμπειρίες, και όχι υλικά αγαθά. Μπορεί κάποιος να πήρε πτυχίο και να μην το σημείωσε, αλλά να έχει γράψει με κεφαλαία τι νόστιμο ήταν εκείνο το κοτόπουλο που έφαγε με έναν φίλο που είχε να δει καιρό.
Κάποιος κατεβαίνει τις σκάλες της πολυκατοικίας χοροπηδώντας – «εν τη απλότητι το κάλλος». Κάποιος παρατηρεί τις βουκαμβίλιες – το πιο πληθωρικό μπούστο της φύσης. Κάποιος φίλος φαίνεται ότι είναι φίλος στη χαρά – εκεί σε θέλω, κάβουρα. Κόσμος περπατάει στη γειτονιά ό,τι ώρα και να είναι. Και η γη συνεχίζει να γυρίζει…