Απρόσμενο!
Προχτές· ξέχασα πόσες ακριβώς χαρακιές είχε η πλάτη σου.
Και χτες· σαν να μην ήμουν σίγουρος πλέον αν γέλασες με εκείνο το αστείο μου τότε που σου έλεγα για τα φεγγάρια που σε κοιτούσαν και γέλαγαν με την ασχήμια σου.
Άσε που σήμερα· έκλεισα τα μάτια μου πριν κοιμηθώ και δεν άκουσα τη φωνή σου να μου ψιθυρίζει τις συνήθεις βρισιές που μου ’λεγες όταν ξέχναγα τα μακροσκελή ονόματα των αγαπημένων σου συγκροτημάτων.
Ίσως αύριο· να ξεχάσω και πόσες φορές ανοιγόκλεισες τα μάτια σου όταν είπες:
«Ε, πρέπει»
κι έφυγες.
«Ε, πλάση»
μεθαύριο· θα βγω για να τα πιούμε.
Πρόποση;
Βεβαίως!
«Εις έναν άνθρωπον σχεδόν ελεύθερον πια».
(Μόνο συγχώρα αν γελώ και κλαίω μαζί
Δεν είμαι καλή παρέα όπως φαίνεται)