Είναι Δευτέρα, έχεις μόλις ξυπνήσει και τανιέσαι απρόθυμα στο κρεβάτι σου. Η ώρα είναι κάπου οκτώμισι και είναι ενδεικτικότατη της κοινωνικής σου κατάστασης: το τελευταίο εξάμηνο το πρωινό σου ξύπνημα σου παρέχει γενναιόδωρα τουλάχιστον μία ώρα παραπανίσιας ανάπαυσης συγκριτικά με όλους τους εργαζόμενους γνωστούς σου, αλλά δεν φτάνει σε καμία περίπτωση τις εξτραβαγκάντσες ύπνου στις οποίες επιδιδόσουν στα φοιτητικά σου χρόνια. Διότι, πράγματι, δεν εργάζεσαι, ενώ οι σπουδές σου έχουν ολοκληρωθεί για την ώρα, επομένως, ελλείψει άλλης ιδιότητας, είσαι κι εσύ άνεργος ή αλλιώς τεμπέλης ή παράσιτο της κοινωνίας και ούτω καθεξής.
Σηκώνεσαι με ένα αόριστο πονίδι κάπου στη μέση, το γόνατο ή τον αυχένα, ολοφάνερο σημάδι πως πλησιάζεις ολοταχώς κάποια -άντα, και καρφώνεσαι κουζίνα να φτιάξεις τον καφέ που θ’ απολαύσεις μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή σου. Με ένα ποτήρι ή κούπα στο πλάι σου ανοίγεις το πρόγραμμα του ίντερνετ, το οποίο φορτώνει τις δεκαπέντε καρτέλες που το έχεις βάλει να ανοίγει αυτόματα όποτε το πατάς. Δίπλα στις παραμελημένες σελίδες πέντε πανεπιστημίων, τριών σελίδων με αγγελίες εργασίας, δύο e-mail, μίας εφημερίδας, του LinkedIn και μιας πλατφόρμας με διαδικτυακά σεμινάρια, ανοίγεις μία νέα καρτέλα και πίνεις τις πρώτες γουλιές καφέ χαζεύοντας κάποιο βίντεο στο YouTube. Κάποια φωνή μέσα σου διαμαρτύρεται πως δεν είναι σωστό αυτό που κάνεις. Αυτή η φωνή, όμως, σου ακούγεται ύποπτα ξεκούραστη, γι’ αυτό και την αγνοείς επιδεικτικά, απολαμβάνοντας το μοναδικό καλό πράγμα στη ζωή ενός ανέργου, τον ελεύθερο χρόνο.
Βέβαια, το ότι έχεις στη διάθεσή σου αυτόν τον χρόνο δεν σημαίνει ότι μπορείς και να τον απολαύσεις ελαφρά τη καρδία. Έτσι, μετά την τρίτη σου γουλιά καφέ, κι ενώ το βίντεο παίζει ακόμα, σε ζώνουν οι πρωινές τύψεις και κοιτάς τις σελίδες του ΑΣΕΠ και του ΟΑΕΔ, κυρίως για να σιγουρευτείς πως, δυστυχώς, η διοίκηση της χώρας μας δεν πέρασε ούτε σήμερα στα χέρια της Νορβηγίας ή της Κούβας, αφού, πράγματι, για ακόμα μία μέρα, το Δημόσιο αποτυγχάνει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των πολιτών του.
Στην καρτέλα του e-mail σου ανακαλύπτεις πως έχεις τέσσερα νέα μηνύματα. Τρία είναι άκυρες διαφημίσεις για σκουπίδια που δεν θ’ αγόραζες ακόμα κι αν είχες την οικονομική ευχέρεια, η μία είναι μια απόρριψη για μια δουλειά στην οποία είχες στείλει βιογραφικό πριν από κάνα μήνα, και, για ακόμα μία φορά, κανένα δεν έχει νέα για την «ονειρεμένη» θέση του αναπληρωτή υπάλληλου στην ΕΕ, για την οποία είχες κάνει αίτηση πριν από κάπου 18 μήνες. «Α» λες με κάποια ικανοποίηση, ενώ διαγράφεις το μήνυμα της απόρριψης, «τουλάχιστον αυτοί οι μπάσταρδοι θυμήθηκαν να στείλουν μήνυμα». Ύστερα από εκατοντάδες αιτήσεις και αρκετές δεκάδες απορρίψεις, έχεις φτάσει σε ένα σημείο όπου τίποτα πια δεν μπορεί να σε ρίξει… εκτός από τον ίδιον σου τον εαυτό. Ακόμα κι αυτός, όμως, θα πρέπει να περιμένει, διότι σήμερα στις τρεις έχεις κανονίσει μια νέα συνέντευξη!
Θυμάσαι πώς πήγε η προηγούμενη συνέντευξή σου πριν από δύο μήνες για μια θέση αρθρογράφου/μεταφραστή/κόπιράιτερ, καθώς κατεβαίνεις για μια μικρή βόλτα να ξεσκάσεις, στις έντεκα το πρωί, σε μια πόλη που μοιάζει γεμάτη ανθρώπους που είχαν την ίδια ιδέα με εσένα, παρά τα επισήμως χαμηλά ποσοστά ανεργίας. Εκείνος ο τύπος τότε σου είχε ζητήσει να γράφεις 8.000 λέξεις τη μέρα για τον βασικό μισθό κι εσύ τον είχες ρωτήσει πότε ήταν η τελευταία φορά που είχε πληκτρολογήσει τόσες λέξεις με τα χέρια του. «Δυστυχώς, παρά τα ικανοποιητικότατα προσόντα σου, δεν είχε βρεθεί κάποιος συμβιβασμός για εκείνη τη θέση» αναπολείς.
Γυρνάς σπίτι μία ώρα αργότερα και στέλνεις βιογραφικά σε όποια αγγελία βρίσκεις σε τοπικές εφημερίδες, LinkedIn και όπου αλλού, ενώ παράλληλα διαβάζεις ειδήσεις σε δύο διαδικτυακές εφημερίδες. Ως άνεργος έχεις άπειρο χρόνο να ενημερώνεσαι και πλέον σχεδόν ενδιαφέρεσαι για τις τελευταίες εξελίξεις στο Ελληνοτουρκικό. Διαβάζεις ανησυχητικές προβλέψεις για γιγαντιαίες αυξήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης, κλιμακούμενη ανεργία και καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων. Το συμπέρασμα που βγαίνει απ’ όλα αυτά είναι είτε ότι έκανες λάθος να απορρίψεις εκείνη την τόσο καλή ευκαιρία πριν από δύο μήνες, τώρα που ανακοινώθηκε και αύξηση του βασικού μισθού 2%, είτε ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από μια μαζική εξέγερση διαρκείας της εργατικής τάξης, η οποία δεν θα συνθηκολογήσει πριν διπλασιαστεί ο βασικός μισθός, πριν τριπλασιαστούν οι άδειες και πριν οι εργάσιμες ώρες μειωθούν στις τριάντα πέντε την εβδομάδα. Θέλεις να πιστεύεις στο δεύτερο συμπέρασμα και ψάχνεις τι διαδηλώσεις και απεργίες θα γίνουν στην περιοχή σου τις επόμενες μέρες, ιδιαίτερα τώρα που πλησιάζει και η 17η του Νοέμβρη και μαζί της ο μήνας της εθιμικής αντίστασης.
Πριν το καταλάβεις, έχει φτάσει η ώρα για τη συνέντευξή σου. Αυτή τη φορά ο εργοδότης σου προτείνει να δουλέψεις με μπλοκάκι και σου πασάρει ένα βδομαδιάτικο «δείγμα» εργασίας, «για να δει άμα του κάνεις». «Βρε, εδώ δεν δέχτηκαν οι ντελιβεράδες το μπλοκάκι!» επαναστατείς μέσα σου και γκουγκλάρεις την εταιρεία, που, απ’ ό,τι φαίνεται, έχει αρκετές αρνητικές κριτικές. Μιλάς στο Facebook με μία συνάδελφο που αξιολόγησε την εταιρεία με 1/5 αστέρια, έχεις την τύχη να σου απαντήσει και μαθαίνεις ότι από τη συγκεκριμένη εταιρεία της χρωστάνε οκτώ μισθούς. Μάλιστα, σε συστήνει σε μία ολόκληρη ομάδα συναδέλφων που εξαπατήθηκαν απ’ τον συγκεκριμένο εντερπρενέρ. «Άντε» λες, «μπορεί να μη βρήκα και πάλι δουλειά, αλλά τουλάχιστον έκανα φίλους». Σε μία κορύφωση αναλγησίας αποφασίζεις να αντιμετωπίσεις την εταιρεία με την ίδια σκληρότητα που σε έχουν αντιμετωπίσει οι περισσότερες εταιρείες μέχρι σήμερα: θα τους αγνοήσεις και θα πας για ύπνο!
Αργά το βράδυ πλέον βγαίνεις για ένα ποτό με δύο κολλητούς που σήμερα βάρεσαν δωδεκάωρα στη δουλειά σαν να ήταν κάτι το φυσιολογικό. Ένας οικονομολόγος κι ένας πολιτικός μηχανικός. Εσύ εξιστορείς τη ζωή σου σαν ανέκδοτο κι αυτοί γελάνε νοσταλγικά. «Χαραμίζεσαι» σου λένε. «Πρέπει να τα γράφεις» σου λένε. Η κουβέντα γυρνάει στο ξεθέωμα της επιβίωσης και για αρκετή ώρα ακούς πανομοιότυπες ιστορίες, ώσπου ρίχνεις τη βόμβα: «Τι λέτε, ρε, θα πάμε φέτος στο Πολυτεχνείο να φωνάξουμε ‘ελευθερία’»; «Μέθυσες, ρε»; σε κοροϊδεύουν. «Ποιος αντέχει να μείνει άνεργος σήμερα;» Εσύ απαντάς πολύ απλά πως, αν είχες μεθύσει, θα πρότεινες πολύ πιο μεγαλεπήβολα σχέδια. Το δεύτερο ποτό σου έρχεται κερασμένο από την παρέα. «Τα κατάφερες πάλι» σκέφτεσαι, «έχεις γίνει πια επαγγελματίας άνεργος». Ρουφάς την πρώτη γουλιά και ονειρεύεσαι πόσο μαζικές θα είναι οι φετινές διαδηλώσεις.