Ένα από τα ωραιότερα και πιο συγκινητικά παραμύθια του Όσκαρ Ουάιλντ αφηγείται τη ζωή του Ευτυχισμένου Πρίγκιπα, ενός καλοκάγαθου αγάλματος που δώρισε όλα τα υλικά από τα οποία είχε κατασκευαστεί, προκειμένου να καταπολεμήσει την κοινωνική αδικία της μικρής του πόλης. Όταν όμως δεν του έμεινε τίποτα άλλο να τον καλύπτει παρά σκέτη πέτρα, οι κάτοικοι της πόλης αποφάσισαν να ρίξουν το άγαλμα και να το «δολοφονήσουν» εικονικά. Εξαιτίας όμως της ηθικής του, ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας κέρδισε μια θέση στον παράδεισο.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: μπορεί να προσεγγίσει κανείς τη γλυπτική τέχνη με μεταφυσικούς όρους; Και, αν τα καλά αγάλματα πάνε στον παράδεισο, ποια η μοίρα των ανήθικων αγαλμάτων;
Τον περασμένο Ιούνιο, οι κάτοικοι του Μπρίστολ φαίνεται πως είχαν μια ιδέα επ’ αυτού, κι έτσι βύθισαν στο λιμάνι της πόλης το άγαλμα του Έντουαρντ Κόλστον, ευεργέτη της περιοχής και αποικιοκράτη, ο οποίος απέκτησε την περιουσία του μέσα από το δουλεμπόριο. Με το ίδιο σκεπτικό, επιθέσεις δέχθηκαν και αγάλματα που απεικονίζουν μερικούς από τους μεγαλύτερους ιθύνοντες εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, όπως ο βασιλιάς του Βελγίου Λεοπόλδος ο Β΄ και ο Χριστόφορος Κολόμβος, ο οποίος ανακάλυψε την Αμερική και εξαφάνισε τους ιθαγενείς κατοίκους της, ενώ την ίδια άσχημη κατάληξη είχαν και πολλά άλλα αγάλματα αποικιοκρατών.
Η καθαίρεση των αγαλμάτων, εμπνεόμενη από το κίνημα «Black Lives Matter» και την παγκόσμια κατακραυγή για τη δολοφονία του George Floyd, είχε μεγάλη λαϊκή –ενίοτε και θεσμική– στήριξη. Ωστόσο, πολλοί μίλησαν για «βανδαλισμούς» και «απαράδεκτες συμπεριφορές». Πώς είναι όμως δυνατόν να θεωρεί κανείς απαράδεκτη την καταστροφή ενός αγάλματος, αλλά να μη σοκάρεται από τη μεταφορά σκλάβων από την Αφρική, από τα εγκλήματα εναντίον των ιθαγενών και από την κατάφωρη ρατσιστική ιδεολογία, η οποία νομιμοποιείται από την ίδια την παρουσία των αγαλμάτων στη δημόσια σφαίρα;
Τα αγάλματα που συναντά κανείς στους δημόσιος χώρους, όπως στις πλατείες ή τα πάρκα, δεν εξυπηρετούν απλώς αισθητικούς σκοπούς. Βρίσκονται εκεί, για να υπενθυμίζουν καθημερινά τα προτάγματα με τα οποία δημιουργήθηκαν οι κοινωνίες. Όταν, μάλιστα, πρόκειται για αγάλματα, προτομές ή ανδριάντες αποικιοκρατών και δουλεμπόρων, είναι εκεί για να επισημαίνουν στους μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς στην Ευρώπη ή στους Αφροαμερικανούς στις Η.Π.Α ότι η δημόσια σφαίρα δεν τους ανήκει, γιατί δεν έχουν δικαίωμα να τη διαμορφώνουν, και, εντέλει, για να καθιστούν σαφές ότι θα αντιμετωπίζονται για πάντα ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Αν λοιπόν η κοινωνία θέλει να αλλάξει αφηγήματα, θα πρέπει όλοι οι πολίτες να μπορούν να αυτοπροσδιορίζονται και να εκπροσωπούνται ως συλλογικά υποκείμενα. Η δημόσια σφαίρα, όπως αναφέρει και ο Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας, θα πρέπει να αποκτήσει πλουραλιστικό χαρακτήρα. Επομένως, σε μια κοινωνία που απορρίπτει τον ρατσισμό και τις φυλετικές ή/και εθνοτικές διακρίσεις, είναι αναγκαίο να απομακρύνεται από τον δημόσιο χώρο οτιδήποτε αναπαριστά αυτές τις ιδεολογίες –είτε από την πλευρά της κοινωνίας των πολιτών είτε από την πλευρά των αρχών– ενώ στην τελευταία περίπτωση –όταν αυτό συμβαίνει– η ενέργεια αυτή συχνά αποσκοπεί στην εκτόνωση των κοινωνικών εντάσεων. Όταν δε οι αρχές, όχι απλά δεν απομακρύνουν τα αγάλματα, αλλά τα επανατοποθετούν, δηλώνουν ξεκάθαρα την κυριαρχία τους στον δημόσιο χώρο.
Επειδή όμως, σύμφωνα με τη γνωστική ψυχολογία, όταν καταρρίπτει κανείς ένα ιδεολογικό αφήγημα, θα πρέπει να καλύπτει το κενό του με μία νέα ιδεοσύλληψη, το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί κατ’ αναλογία και για τις ιδεοσυλλήψεις που εμπεδώνονται αισθητικά στην κοινωνία. Ο Αμερικανός ιστορικός και φιλόσοφος Χάουαρντ Ζιν, γνωστός για το βιβλίο του Η ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών, ενέπνευσε ακτιβιστές στην Αμερική, οι οποίοι υποστηρίζουν την κατάργηση της «Ημέρας του Κολόμβου», που αποτελεί εθνική αργία στις Η.Π.Α, και την αντικατάστασή της από την «Ημέρα των Ιθαγενών», η οποία σκοπό έχει να αναδείξει τους αυτόχθονες πολιτισμούς των Η.Π.Α και τη γενοκτονία, την οποία υπέστησαν. Με τον ίδιο τρόπο, τα αγάλματα των αποικιοκρατών θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από αγάλματα που θα απεικονίζουν τα θύματά τους, ήρωες/ίδες του λαϊκού κινήματος ή και ακτιβιστές/στριες που πολέμησαν ενάντια στην κοινωνική αδικία. Αν τα αγάλματα τελικά καταστραφούν, τα νέα έργα τέχνης που θα τα αντικαταστήσουν, θα μπορούσαν με μια συμβολική κίνηση να κατασκευαστούν από τα υλικά που θα απομείνουν ή, αν πρέπει οπωσδήποτε να διατηρηθούν, καλό θα ήταν να βρεθούν εκεί που τους αξίζει. Και, αν δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το αν θα εξασφαλίσουν μια θέση στην κόλαση, αρκεί η τοποθέτησή τους σε ένα μουσείο εγκλημάτων της αποικιοκρατίας –ανάλογο του Μουσείου του Ολοκαυτώματος– όπου θα περιγράφονται όλες οι πράξεις αυτών που απεικονίζουν, καθώς και οι ποινές που θα λάμβαναν, εάν τις διέπρατταν σήμερα.