Την Κατερίνα Γιωτάκη τη γνώρισα λίγο πριν από τη δύση του 2016 στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Καΐρου. Η πτήση της EgyptAir για Αθήνα είχε καθυστέρηση κι έτυχε να καθίσω δίπλα της στον χώρο αναμονής. Η σύνδεσή μου στο διαδίκτυο ήταν προβληματική, κι εκείνη με εισήγαγε για πρώτη φορά στον κόσμο του Wi-Fi Hotspot. Και κάπως έτσι, «συνδεθήκαμε»...
– Πώς αποφασίζει μία νηπιαγωγός να εργαστεί στο ελληνικό σχολείο του Καΐρου;
Στο Κάιρο είχα ξαναπάει παλιότερα, ως τουρίστρια, γιατί από τα δεκαεννιά μου είχα έναν φίλο από εκεί. Θυμάμαι πως τότε είχα πει τη φοβερή ατάκα – γι’ αυτό στη ζωή ποτέ δεν πρέπει να λες «ποτέ»: «εντάξει, μωρέ, ωραία είναι, αλλά εγώ σ’ αυτή τη χώρα δεν θα ζούσα ποτέ», και με πολύ στόμφο κιόλας το «ποτέ». Ώσπου σε μία περίοδο που για ’μένα ήταν αρκετά δύσκολη επαγγελματικά και προσωπικά και αναζητούσα μια αλλαγή, το Κάιρο ξεπρόβαλε ως διέξοδος.
– Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται σ’ αυτή την περίπτωση;
Σε όλα τα ελληνικά σχολεία του εξωτερικού προκηρύσσονται θέσεις για το δημόσιο προσωπικό, και για όσες δεν καλύπτονται, αναλαμβάνει η Κοινότητα της κάθε χώρας να προσλάβει εκπαιδευτικούς. Στη δική μου περίπτωση ίσχυσε το δεύτερο. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας μου ζήτησε αρχικά να πάω στο Κάιρο για τρεις μέρες και να ζυγίσω από κοντά την κατάσταση. Εκείνη την περίοδο, βέβαια, δεν με φόβιζε τίποτα, οπότε είχα ήδη προαποφασίσει. Και οι τρεις μέρες έγιναν δύο σχολικά έτη. Έζησα στο Κάιρο και εργάστηκα στο ελληνικό νηπιαγωγείο από το 2015 έως το 2017.
– Οι μαθητές τι καταγωγής ήταν;
Κάποια παιδιά ήταν Ελληνάκια, των οποίων οι γονείς έχουν επιχειρήσεις στην Αίγυπτο – πράγμα αρκετά σύνηθες, λόγω της χαμηλής φορολογίας. Άλλων οι γονείς ήταν Αιγυπτιώτες, δηλαδή Έλληνες που είχαν γεννηθεί στη Αίγυπτο από γονείς μετανάστες, για παράδειγμα, οι οποίοι μιλούσαν Ελληνικά και ενδεχομένως είχαν παντρευτεί Αιγύπτιες, δημιουργώντας μεικτές οικογένειες. Άλλα παιδιά είχαν κάποια άλλη ελληνική ρίζα, ενώ υπήρχαν και «καθαρόαιμα» Αιγυπτιάκια.
– Με ποιο σκεπτικό αποφασίζει ένας βέρος Αιγύπτιος να στείλει τα παιδιά του σε ελληνικό σχολείο;
Ο μπαμπάς μιας μαθήτριάς μου, λόγου χάρη, εργαζόταν στην Ελλάδα για χρόνια και ήθελε τα παιδιά του να μάθουν Ελληνικά, για να φέρει όλη την οικογένεια εδώ. Επίσης, το ελληνικό σχολείο είναι ημικρατικό, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν μεν κάποια δίδακτρα, αλλά σε σχέση με εκείνα των διεθνών σχολείων, είναι πολύ πιο χαμηλά, ενώ η εκπαίδευση που παρέχεται είναι καλύτερη απ’ ό,τι στα δημόσια, όπου σε μία τάξη μπορεί να υπάρχουν και εξήντα παιδιά και, κάποιες φορές, ισχύει και το «όπου δεν πίπτει λόγος...». Είναι μία μέση κατάσταση, δηλαδή. Ένα άλλο πλεονέκτημα είναι πως στο ελληνικό σχολείο διδάσκονται και Αραβικά (από το Δημοτικό έως το Λύκειο), ενώ μετά την αποφοίτηση οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα είτε να δώσουν Πανελλήνιες είτε να συμμετάσχουν σε εξετάσεις για εισαγωγή σε αιγυπτιακά πανεπιστήμια.
– Εφάρμοζες το ίδιο σύστημα διδασκαλίας που θα εφάρμοζες και στην Ελλάδα;
Ναι, ακολουθούσαμε το πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας. Τα παιδιά, δηλαδή, έπρεπε να μάθουν τους ήχους των γραμμάτων, τα γράμματα, τους αριθμούς μέχρι το δέκα, τα σχήματα, και ούτω καθεξής. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο, γιατί κάποια δεν καταλάβαιναν ούτε το «καλημέρα» ούτε απλές εντολές, όπως το «κάτσε» και το «ησυχία», οπότε έπρεπε να είμαι πολύ παραστατική και υπομονετική. Χρειάστηκε να περάσουν δύο μήνες, για να καταφέρουμε να έχουμε μία βασική επικοινωνία, ενώ παράλληλα και η συνεννόηση με τους περισσότερους γονείς ήταν πολύ δύσκολη και χρειαζόμουν διερμηνέα.
– Και από πολιτιστικές εκδηλώσεις;
Διοργανώναμε εκδηλώσεις σε όλες τις ελληνικές γιορτές, ενώ κάτω από το σχολείο υπήρχε το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο, όπου διδάσκονταν Ελληνικά σε Αιγύπτιους. Πρόεδρος του Πολιτιστικού Κέντρου, μάλιστα, είναι ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος, ο συγγραφέας και ποιητής Χρίστος Παπαδόπουλος (βλ. Το φτερό του δράκου, Τα χαμοπούλια). Παράλληλα, είχαμε την τύχη να μας επισκέπτεται στο σχολείο δύο φορές τον χρόνο, ύστερα από κάλεσμά μου, ο γεννημένος στην Αλεξάνδρεια Αιγυπτιώτης Ηλίας Πίτσικας, ο οποίος είναι εμψυχωτής θεατρικού παιχνιδιού στην κατασκήνωση Χαρούμενο Χωριό, όπου εργαζόμουν κι εγώ πριν πάω στο Κάιρο, και ο οποίος κάθε χρόνο επισκέπτεται την Αλεξάνδρεια και οργανώνει διάφορα θεατρικά και καλλιτεχνικά δρώμενα με την Ομάδα Τέχνης Πάροδος. Πρόκειται για την ομάδα που αναλαμβάνει όλες τις χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις του Μουσείου Γουλανδρή, στις οποίες είχα συμμετάσχει κι εγώ στο παρελθόν. Περιττό να αναφέρω πως όλη την υπόλοιπη χρονιά τα παιδιά με ρωτούσαν συνεχώς πότε θα ξαναερχόταν ο Ηλίας με την ομάδα του. Δεν έχουν πολλά ερεθίσματα, συνεπώς τέτοιες εκδηλώσεις είχαν πολύ μεγάλη σημασία γι’ αυτά.
– Αραβικά έμαθες;
Λίγα Αραβικά τα έμαθα. Είχαμε κάνει ένα γκρουπάκι οι Ελληνίδες και μαθαίναμε. Τα βιοποριστικά Αραβικά, μη φανταστείς κάτι σπουδαίο. Ίσα ίσα για να μπορώ να συνεννοούμαι με τον μανάβη, με τον ταξιτζή, και για να μη χάνομαι.
– Πώς ήταν η καθημερινότητα στο Κάιρο εκτός σχολείου;
Εντελώς διαφορετική από ό,τι στην Ελλάδα. Κατ’ αρχάς, δεν υπήρχαν Σαββατοκύριακα, με την έννοια ότι ως αργίες είχαμε την Παρασκευή και την Κυριακή. Παρ’ όλα αυτά, είχαμε περισσότερες διακοπές, μιας και τηρούνταν και οι μουσουλμανικές και οι χριστιανικές αργίες. Μετά το σχολείο τρώγαμε όλοι οι εκπαιδευτικοί μαζί και ύστερα άλλοτε πήγαινα σε κάποια ιδιαίτερα ενισχυτικής διδασκαλίας και Ελληνικών που είχα και άλλοτε προετοιμαζόμουν για την επόμενη ημέρα. Δούλευα αρκετά, είναι η αλήθεια, γιατί είχα αρκετό ζήλο και δεν ήθελα να πάνε τα παιδιά στην Πρώτη και να σοκαριστούν. Πολλές φορές δούλευα και τις αργίες. Έπαιρνα, θυμάμαι, το κλειδί από τον θυρωρό και πήγαινα στο σχολείο.
– Από ό,τι κατάλαβα, μένατε όλοι οι εκπαιδευτικοί μαζί; Αυτοί ήταν η παρέα σου;
Όλοι οι δάσκαλοι μέναμε μέσα στο ελληνικό σχολείο, το πάλαι ποτέ οικοτροφείο Αχιλλοπούλειο, στον τελευταίο όροφο, που είχε διαμορφωθεί ως «εστία». Το νηπιαγωγείο ήταν σε άλλο κτήριο, στο ίδιο οικόπεδο, στη Μασρ Ελ Γκιντίντα (Καινούρια Αίγυπτος), ή αλλιώς Ηλιούπολη. Έτυχε και έκανα μία πάρα πολύ μεγάλη και υπέροχη παρέα από Αιγύπτιους, Ευρωπαίους και Έλληνες. Ευτυχώς, την ίδια περίοδο μ’ εμένα πήγαν στο Κάιρο κι άλλα άτομα στην ηλικία μου από την Ελλάδα, οπότε γίναμε οικογένεια. Διαφορετικά, θα ήταν πολύ δύσκολα.
– Πώς διασκεδάζατε;
Στο Κάιρο διοργανώνονται πολλά φεστιβάλ. Υπάρχει, για παράδειγμα, το Φεστιβάλ Τζαζ και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο. Από κει και πέρα, πηγαίναμε σε καφενέδες και πίναμε χυμούς, ζεστά τσάγια, ζεστή μέντα... Στην αρχή, βέβαια, προκαλούσαμε λίγο πανικό, γιατί δεν αποτελεί συνηθισμένη εικόνα το να κάθονται γυναίκες, και δη χωρίς μπούργκα ή μαντίλα, στους καφενέδες, αλλά πηγαίναμε με συναδέλφους που έμεναν ήδη χρόνια εκεί και ήταν γνωστοί, οπότε σιγά σιγά μας αποδέχονταν. Γενικά, πάντως, δεν υπάρχει πολύ αλκοόλ. Υπάρχουν κάποια μπαρ, συνήθως σε ταράτσες, όπου μπορεί κανείς να βρει και μπύρες, αλλά μέχρι εκεί. Υπάρχουν και πιο καλλιτεχνικά στέκια που διοργανώνουν και λάιβ συναυλίες. Και για χορό μπορούσαμε να πάμε, δηλαδή, αλλά κυρίως μαζευόμασταν σε τραπέζια και τα λέγαμε. Οι Αιγύπτιοι, επίσης, είναι λαός που τρώει πολύ, κι εμείς βγαίναμε πολύ συχνά για φαγητό. Έβρισκες τα πάντα. Λιβανέζικα, μπεργκεράδικα, ιταλικά, κινέζικα, αιγυπτιακά, και πολύ βρώμικο, σουβλάκι, ας πούμε. Επειδή, όμως, η παρέα μου ήταν πιο «απελευθερωμένη», γινόντουσαν και πολλά πάρτι σε σπίτια.
– Θεωρείσαι «απελευθερωμένος» στο Κάιρο, όταν κάνεις πάρτι στο σπίτι σου;
Φυσικά! Σκέψου ότι εκεί που μέναμε, δεν επιτρεπόταν να φέρνουμε κανέναν μη Έλληνα μέσα στο δωμάτιο, γιατί υπήρχε ο φόβος απίστευτων καταγγελιών από τους γείτονες. Υπάρχουν γενικώς περιορισμοί στην Αίγυπτο. Κάθε σπίτι έχει έναν θυρωρό, τον λεγόμενο μπαουάμπ, ο οποίος λειτουργεί και λίγο ως τσεκπόιντ. Αν πας στο σπίτι κάποιου Ευρωπαίου, δεν θα ενδιαφερθεί. Αν όμως θελήσεις να επισκεφθείς το σπίτι κάποιου Αιγύπτιου, θα ρωτήσει να μάθει τον σκοπό της επίσκεψής σου και ενδέχεται και να μη σου επιτρέψει την είσοδο. Υπάρχει ένας συντηρητισμός, ο οποίος, για να λέμε και την αλήθεια, ειδικά στους νέους, σε αρκετές περιπτώσεις μόνο κατ’ επίφαση είναι. Όταν πήγα, βέβαια, εγώ εκεί, είχε ήδη προηγηθεί η επανάσταση του ’11, και ο ισλαμισμός είχε αρχίσει να εισχωρεί περισσότερο στην κοινωνία. Βρισκόμουν, μάλιστα, στο Κάιρο, όταν εξερράγη το αεροσκάφος της Egypt Air την άνοιξη του 2016. Μία από τις αεροσυνοδούς αυτής της πτήσης την είχαμε γνωρίσει κιόλας το προηγούμενο φθινόπωρο... Έχω, όμως, την εντύπωση ότι υπάρχει ένα υποβόσκον επαναστατικό κλίμα στο Κάιρο. Άνθρωποι που ονειρεύονται και ζουν λίγο έξω από τα όρια.
– Ποιες ήταν οι πιο έντονες διαφορές που εντόπισες σε σχέση με την Ελλάδα, ζώντας και δουλεύοντας εκεί;
Τις πρώτες μέρες βίωσα ένα πολιτισμικό σοκ. Ευτυχώς που είχα εκείνον τον φίλο μου που γνώριζα από παλιά και με βοηθούσε στην αρχή, κυρίως με τη γλώσσα. Τα σούπερ μάρκετ δεν έχουν ουδεμία σχέση με τα δικά μας. Ήταν, συνήθως, σε κάτι λασπωμένα δρομάκια, και μέσα επικρατούσε το χάος. Έλεγες «από εδώ θα φάω;». Αργότερα, όμως, τα ψώνια έγιναν η αγαπημένη μας ασχολία, μαζί με τις υπαίθριες αγορές. Υπάρχει φτώχεια και είναι εμφανής. Έχει τύχει να περπατάω σε γέφυρα και να δω παιδάκια να κοιμούνται στα σκαλιά, με πρόσωπα γεμάτα μύγες. Ο Νείλος, επίσης, στο Κάιρο είναι πάρα πολύ βρώμικος, ενώ στα νότια, στα σύνορα με το Σουδάν, το νερό του είναι κρυστάλλινο, σαν από πηγή. Παράλληλα, όμως, υπάρχει και πολύς πλούτος. Υπάρχουν και οι Αιγύπτιοι που είναι εξευρωπαϊσμένοι και αρκετά ευκατάστατοι. Οι κοινωνικές ανισότητες, δηλαδή, είναι πολύ έντονες. Υπάρχει, μάλιστα, πολύ υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού στις γυναίκες. Παρά τη φτώχεια, όμως, δεν υπάρχει μιζέρια. Ο κόσμος είναι γελαστός, χωρίς γκρίνια και σκυθρωπά πρόσωπα. Το χάος που επικρατεί στους δρόμους είναι ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο. Στην αρχή πίστευα ότι κινδύνευε η ζωή μου, αλήθεια! Κάθε φορά που έπρεπε να διασχίσω έναν δρόμο, έτρεμε το φυλλοκάρδι μου. Είναι, όμως, συμφιλιωμένοι με αυτό. Κινούνται σαν μπαλέτο. Και με τον καιρό συνήθισα κι εγώ.
– Τα συνεχή κορναρίσματα αποτελούν σήμα-κατατεθέν του Καΐρου...
Η κόρνα δεν δηλώνει εκνευρισμό. Τη χρησιμοποιούν για συνεννόηση, για να μην τρακάρουν, μιας και δεν υπάρχουν ούτε λωρίδες ούτε πολλά φανάρια. Μιλάμε για απίστευτη βαβούρα. Αφού κάθε φορά που πηγαίναμε στην Αλεξάνδρεια, είχα την ίδια αίσθηση που έχεις όταν κλείνεις τον απορροφητήρα.
– Πού αλλού πηγαίνατε εκδρομές;
Θεωρώ πολύ μεγάλη ευτυχία και τύχη το γεγονός ότι είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω σε όλη την Αίγυπτο. Έχω συλλέξει εικόνες που δεν θα διαγραφούν ποτέ από τη μνήμη μου. Έχω κάνει ποδήλατο κάτω από φοινικόδεντρα και χουρμαδιές στην όαση της Σίβας και έχω κολυμπήσει στις θερμές πηγές της. Έχω πάει βόλτα με αερόστατο πάνω από το Αμπού Σίμπελ. Έχω κάνει κρουαζιέρα στον Νείλο και κατάδυση στην Ερυθρά Θάλασσα, ανάμεσα σε κοράλλια και ψάρια... Έχω γιορτάσει τα γενέθλιά μου μέσα σε φελούκα με ποτά, γλυκά, φίλους, χορό και μουσική στη μέση του Νείλου δύο η ώρα το ξημέρωμα. Έχω κατασκηνώσει με παρέα στην έρημο, στις οάσεις της Φαγιούμ και της Σίβας, τρώγοντας τα φαγητά που μας ετοίμαζαν Βεδουίνοι. Ένα βράδυ, θυμάμαι, έβρεχε και έπαιζαν μουσική με τα μπιτόνια του νερού, κι εμείς χορεύαμε. Αισιόδοξοι άνθρωποι, κεφάτοι, που σου μεταδίδουν την ενέργειά τους. Δεν τα ξεχνάς αυτά... Και όχι μόνο εκτός Καΐρου. Όλο το ισλαμικό, παλιό Κάιρο, με τα μεγαλοπρεπή τζαμιά του και την αγορά του Χαν Ελ Χαλίλ, είναι απόλαυση να το περπατά κανείς. Για να μην αναφερθώ στον αρχαίο πολιτισμό, πράγματα γνωστά σε όλους. Μνημεία που ο νους του ανθρώπου αδυνατεί να συλλάβει ότι είναι ανθρώπινα. Μνημεία τεραστίων διαστάσεων, ενδεχομένως και υπερβολικά.
– Στην αρχαία Αίγυπτο, επίσης, η ζωή και ο θάνατος ήταν πολύ κοντά το ένα με το άλλο. Γνώριζαν ότι ο ήλιος που δύει το βράδυ, θα ανατείλει πάλι το επόμενο πρωί, και ότι το λουλούδι που θα μαραθεί, θα γίνει λίπασμα για ένα νέο. Υπήρχε μία «συμφιλίωση» τότε.
Και τώρα, μη σου πω... Υπάρχει ένα κομμάτι στο Κάιρο που εμείς το λέγαμε «Νεκρόπολη» (στα Αγγλικά: City of the Dead), αν και η αιγυπτιακή ονομασία ουδεμία σχέση έχει με αυτό. Στην περιοχή αυτή υπάρχουν παντού παλιοί, ισλαμικοί τάφοι υπογείως, πάνω από τους οποίους χτίζανε μικρά οικοδομήματα που χρησίμευαν για τελετές προς τιμήν των νεκρών. Επειδή πλέον η φτώχεια είναι μεγάλη και ο πληθυσμός στην πόλη ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια, οι ιδιοκτήτες των οικογενειακών τάφων έχουν προσλάβει φτωχές οικογένειες, για να τους φροντίζουν και να τους φυλάνε, οι οποίες μένουν μέσα στο νεκροταφείο. Τα βράδια είναι πολύ ατμοσφαιρικά εκεί, ειδικά αν έχει ξαστεριά, και μια φορά που κάναμε βόλτα στην περιοχή με συναδέλφους που ζούσαν χρόνια στο Κάιρο, μας σταμάτησαν κάτι παιδιά γύρω στα είκοσι και προσφέρθηκαν να μας ξεναγήσουν. Φτάσαμε σε ένα σπίτι με εξωτερική γεννήτρια και βγήκε ο μπαμπάς Βεδουίνος, για να μας μιλήσει. Τι μας είπε; «Να, όπως βλέπετε, υπάρχουν διάφοροι τάφοι τριγύρω.... Κι εκεί που στέκεται ο φίλος σας και βγάζει φωτογραφίες, πριν από μισή ώρα θάψαμε έναν παππού». Κι εμείς πατούσαμε ακριβώς από πάνω.
– Ο απολογισμός, επομένως, βγάζει θετικό πρόσημο;
Αναμφισβήτητα. Ως εκπαιδευτικός ένιωσα για πρώτη φορά πολύ ικανή και υπερήφανη, βλέποντας παιδιά που, όταν ήρθαν, δεν μπορούσαν να αρθρώσουν ούτε ένα «γεια», και που όσοι τα ανέλαβαν στο Δημοτικό είχαν να πουν τα καλύτερα λόγια γι’ αυτά. Προσπάθησα, ακόμη, να έρθω όσο πιο κοντά γινόταν με τους γονείς. Πολλοί δεν ήξεραν βασικούς κανόνες διατροφής και έπρεπε να τους αλλάξω την κουλτούρα. Με άφησαν, όμως, όλοι να κάνω τη δουλειά μου όπως πίστευα εγώ, και βγήκε σε καλό. Αυτά ως εκπαιδευτικός. Ως άνθρωπος, νιώθω πολύ πλούσια. Έκανα πολύ καλούς φίλους, και παρ’ όλο που ένιωθα περιορισμένη, όταν, για παράδειγμα, είχε σαράντα επτά βαθμούς και δεν μπορούσα να φορέσω ένα σορτσάκι, παράλληλα ένιωθα και ελεύθερη, γιατί δεν με γνώριζε κανείς. Απελευθερώθηκα στο Κάιρο, κι αυτό είναι πολύ οξύμωρο, γιατί δεν πρόκειται για ευρωπαϊκή πόλη. Μου λείπουν τα πολλά και διαφορετικά πράγματα που έκανα εκεί, σε αντίθεση με τη ρουτίνα της Αθήνας. Εκεί πάντα ανακάλυπτες και κάτι καινούριο. Υπήρχαν σημεία που πήγαινες και νόμιζες ότι είχες μεταφερθεί στον χωροχρόνο. Μου λείπει που ήξερα τον μανάβη, που όλα ήταν πιο ανθρώπινα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Ήταν λες και ζούσα σε χωριό, με όσα θετικά και αρνητικά κάτι τέτοιο μπορεί να συνεπάγεται. Ίσως πάλι να μη μου λείπει το μέρος, αλλά αυτό που ήμουν τότε...
– Έφυγες, όμως...
Έφυγα για οικονομικούς, επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους. Μου λείπει το Κάιρο. Έχω την ανάγκη να πάρω μία τζούρα από τις μυρωδιές, τις γεύσεις, τη γλώσσα, την κουλτούρα, τις ιδιαιτερότητες, από όλα αυτά που με εκνεύριζαν, αλλά θα επέστρεφα πάλι πίσω στην Ελλάδα. Θα ήθελα να πάω και για διακοπές προς την άνοιξη, αν βελτιωθεί η κατάσταση. Από τότε που γύρισα από την Αίγυπτο, έχω κάνει διάφορες δουλειές, και όχι μόνο πάνω στο αντικείμενό μου, όμως γνωρίζω πως θα είμαι εκατό τοις εκατό ο εαυτός μου, εάν καταφέρω να εργαστώ σε ένα καλό σχολείο, είτε εδώ είτε στο εξωτερικό, και –ιδανικά– εάν καταφέρω να συνδυάσω τη διδασκαλία με το θέατρο, με το οποίο έχω ασχοληθεί επί δεκαεπτά χρόνια περίπου. Μου λείπουν και τα δύο εξίσου και θα ήθελα να τα κυνηγήσω.
Λίγο πριν αποχαιρετηθούμε στο Αεροδρόμιο της Αθήνας, μου πρότεινε να μου ανταλλάξει σε ευρώ τις αιγυπτιακές λίρες που μου είχαν απομείνει, για να γλιτώσω την προμήθεια. Μου έχει υποσχεθεί ότι κάποτε θα πάμε μαζί στο Κάιρο, να με ξεναγήσει «στα μέρη της». Περιμένω, Κατερίνα...
Συνέντευξη: Αγλαΐα Παντελάκη