«Θέλω να αλλάξω αυτό που κάνω, όταν...» Συμπληρώστε τη φράση. Είναι μία από τις πιο συχνές φράσεις που έρχονται στ’ αφτιά μου στις συνεδρίες μου με θεραπευόμενους. Συνήθως, είναι ένα αίτημα που εξακολουθεί να εμφανίζεται τον πρώτο καιρό της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας, μέχρις ότου το κάθε άτομο αντιληφθεί ότι η αλλαγή μάλλον δεν είναι αυτό ακριβώς που είχε στο μυαλό του, όταν έκλεινε το ραντεβού του. Ενώ η αλλαγή ως έννοια και πράξη είναι μία διαρκώς διαθέσιμη επιλογή, συμβαίνει να είναι σε κάποιες περιπτώσεις αφόρητα δύσκολη.
Γιατί, λοιπόν, αποτελεί η διαδικασία της αλλαγής μία περίπλοκη διαδικασία; Η απάντηση μάλλον βρίσκεται στα συστήματα εκείνα που συντρέχουν στην αλλαγή. Τα συστήματα αυτά είναι τόσο οργανικά, δηλαδή μέρη του εγκεφάλου μας που έχουν προγραμματιστεί προς μία κατεύθυνση και επιλογή, όσο και συναισθηματικά-συμπεριφορικά. Τα συστήματα αυτά, τόσο τα οργανικά όσο και τα ψυχικά, βρίσκονται τις περισσότερες φορές σε μία αγαστή συνεργασία μεταξύ τους, με αποκλειστικό στόχο την οργανική επιβίωση. Κι αν ακούγεται μία καλή συνθήκη για εμάς, θέλω να σας προϊδεάσω, λέγοντας ότι είναι ο κύριος αντίπαλος, αυτή η συνεργασία, στη διαδικασία της αλλαγής. Κρατήστε ως δεδομένο ότι η επιβίωση δεν λογίζεται πάντα και ως ζωή άξια να τη ζεις.
Προμετωπιαίος λοβός ή αλλιώς: «κέντρο λήψης πληροφοριών». Δύο με τρία δάχτυλα πάνω από τα φρύδια σας βρίσκονται κάποιες πτυχές ή μικρά καρούμπαλα, προστατευτικά του προμετωπιαίου λοβού. Εκεί συγκεντρώνονται όλες οι πληροφορίες που λαμβάνουμε από τα αισθητηριακά μας όργανα και ανάλογα με το είδος της πληροφορίας «ταξινομούνται» στα όργανα που είναι υπεύθυνα για την κάθε πληροφορία. Αυτό αποτελεί μία απλοϊκή επεξήγηση, καθώς οι διαδικασίες του εγκεφάλου είναι πιο σύνθετες. Ωστόσο, βασικό είναι το γεγονός ότι έχουμε ένα ανθρώπινο σύστημα λήψης σημάτων. Όλοι και για όλες τις πληροφορίες.
Βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη μνήμη ή αλλιώς: «το προσωπικό μας αρχείο». Πρώτη είσοδος των σημαντικών σε εμάς πληροφοριών (κρατήστε αυτό!) είναι η βραχυπρόθεσμη μνήμη. Εκεί η νέα πληροφορία, αν περάσει κάποια τεστ ενδιαφέροντος, ήδη υπάρχουσας γνώσης και επαρκούς χρονικής διάρκειας, θα οδηγηθεί στη μεγαλύτερη και πληρέστερη αποθήκη μνήμης, τη μακροπρόθεσμη. Άκρως σημαντικό είναι το γεγονός ότι, για να περάσει αυτά τα τεστ μία νέα και άγνωστη για το σύστημά μας πληροφορία (τυχαίο παράδειγμα: η πληροφορία ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης της χώρας), χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια από το σύστημά μας. Εύλογο το να ρωτήσετε το γιατί, και σας απαντώ με μία λέξη που αναφέρθηκε παραπάνω: λόγω της επιβίωσης. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι εξαιρετικά γρήγορος επεξεργαστής, γιατί έχει μάθει πολύ καλά να κάνει κατηγοριοποιήσεις. Επομένως, όταν μία πληροφορία είναι ξένη προς το σύστημά του (τυχαίο παράδειγμα νούμερο 2: δικομματισμός στην Ελλάδα), θα πρέπει να καταβάλει διπλή και τριπλή προσπάθεια, να δημιουργήσει μία νέα κατηγορία, που –δυστυχώς για τη δήθεν επιβίωση– δεν θα έχει ένα προδιαγεγραμμένο σχήμα προβλεπόμενης συμπεριφοράς.
Σχήματα συμπεριφοράς ή αλλιώς: «ρούχα που μας φόρεσαν και δεν μας πάνε πια». Τα σχήματα συμπεριφοράς, σύμφωνα με το έργο του Jeffrey Young (Θεραπεία σχημάτων), είναι συμπλέγματα συμπεριφορών, τα οποία το άτομο έχει δημιουργήσει ή κληρονομήσει στη ζωή του και τα οποία αποτελούνται από συναισθήματα και συμπεριφορές σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Αυτά τα σχήματα ενεργοποιούνται ασυνείδητα από γνωστά ερεθίσματα (η επιβίωση, που λέγαμε!) και καθοδηγούν το άτομο σε συγκεκριμένες πράξεις που θα προκαλέσουν γνωστά αποτελέσματα. Η διαδικασία είναι πιο σύνθετη, αν σκεφτεί κανείς ότι τα σχήματα είναι μεγάλα στον αριθμό και ανταποκρίνονται σε βασικά συναισθήματα, όπως ο φόβος, ο θυμός και η χαρά. Επίσης, διακατέχουν έναν πυρήνα, ο οποίος εμποτίζει όλες τις συμπεριφορές των ατόμων. Η ψυχοθεραπευτική δουλειά αναγνώρισης και αλλαγής των σχημάτων συμπεριφοράς είναι ωφέλιμη, αλλά πολλές φορές δύσκολη και επίπονη.
Ίσως με το άρθρο αυτό να μη φαίνεται πως υπάρχει μία αισιόδοξη στάση απέναντι στη διαδικασία της αλλαγής, ωστόσο αυτό δεν ισχύει. Το γεγονός ότι γνωρίζουμε τις διαδικασίες που είναι ακόμα πιο σύνθετες, όταν βιώνονται ατομικά, και ότι υπάρχουν αρκετές τεχνικές, για να τις προσεγγίσουμε, είναι το σημαντικότερο. Ένα πράγμα μένει σχετικά αλώβητο από αυτή τη διαδικασία, και αυτή είναι η ατομική βούληση. Αυτή η βούληση που γνωρίζει ότι θα δυσκολευτεί και θα πάει προς το άγνωστο, αλλά αξίζει κάθε βήμα πόνου, γιατί το βίωμά της στην απλή συνθήκη της ασφυκτικής επιβίωσης δεν είναι αξιοβίωτο. Άρα, μόνη λύση είναι η αλλαγή.