Τους είδες;
Φιλιούνται!
Τους είδες;
Φιλιούνται!
Θυμήθηκαν να ρωτήσουν άραγε ο ένας τον άλλον;
Δύο σιωπές που ανταμώθηκαν απλά,
δεν έβρισκαν σε τι να πιστέψουν
και έτσι έγιναν οι ίδιοι αγάλματα.
Πια, προσκυνάν τους εαυτούς τους.
Εγώ εδώ,
έξω στο μπαλκόνι πλέκω τα χείλη μου
με δανεικές κουβέντες που μου χάρισαν.
Δεν τις αγόρασα!
Όχι.
Τι να ζηλέψω;
Φιλιούνται άλλωστε.
Το λοιπόν, κάποιο καινούριο αντίο θα λένε.