Κοιτάς τον τοίχο. Σκέφτεσαι. Κοιτάς το ταβάνι. Σκέφτεσαι. Ίσως θέλει βάψιμο το σπίτι. Τώρα που έχω χρόνο, θα το κάνω. Θα δω αύριο. Κάνεις λίγο scroll. Βαρετά. Κοιτάς τον τοίχο. Πας στην κουζίνα. Ας φτιάξω έναν καφέ. Λίγο Instagram. Κοιτάς το ταβάνι. Βλέπεις ένα επεισόδιο απ’ τη σειρά που έχεις δει χίλιες φορές. Κοιτάς τον τοίχο. Ας κάνω ένα τσιγάρο. Πας στην κουζίνα. Ας πιω και λίγο νερό σήμερα. Κοιτάς το ταβάνι. Παίζεις μια πίστα στο παιχνίδι στο κινητό. Χάνεις. Ας πάω να πάρω τσιγάρα. Κρύο έβαλε. Ήρθαν τα κοινόχρηστα. Θα τα πληρώσω αύριο. Νέκρα έξω. «Γεια σας, έναν καπνό Καρέλια πορτοκαλί. Ευχαριστώ». Ωραία είναι η πόλη άδεια. Ας κάνω μια βόλτα το τετράγωνο. Πρέπει να κάνω γυμναστική, έχουν σκουριάσει τα πόδια μου. Τώρα που έχω χρόνο. Από αύριο. Μα πού πάνε τόσα αμάξια τέτοια ώρα; Έβαλε κρύο. Λες να βρέξει; Πάμε σπίτι. Κοιτάς τον τοίχο. Κάνεις λίγο scroll. «Έλα, μαμά. Καλά, δούλεψα και χαζεύω τώρα. Εσείς; Ναι, θα δω καμιά σειρά και θα πέσω για ύπνο. Γεια». Κοιτάς το ταβάνι. Ας κάνω ένα τσιγάρο. Κάνεις λίγο scroll. Κοιτάς τον τοίχο. Σκέφτεσαι. Να παραγγείλω φαΐ; Όχι πάλι. Θα μαγειρέψω αύριο. Θα χαλάσουν οι ντομάτες. Κοιτάς το ταβάνι. Να πιω μια μπίρα; Θα πιω ένα κρασί να χαλαρώσω και θα πέσω για ύπνο. Τι ώρα είναι; Νωρίς είναι ακόμα. Να διαβάσω εκείνο το βιβλίο; Δεν έχω μυαλό. Αύριο. Mail. Τι θέλετε πάλι; Αύριο. Κοιτάς τον τοίχο. Σκέφτεσαι. Πας στην κουζίνα. Πρέπει να πλύνω τα πιάτα. Αύριο. Αφού θα μαγειρέψω, όλα μαζί. Δεν το απόλαυσα αρκετά αυτό το τραγούδι. Ας το ξανακούσω. Ξανά. Να βάλω πλυντήριο; Βραδιάτικα; Αύριο. Κοιτάς το ταβάνι. Σκέφτεσαι. Ας κάνω ένα τσιγάρο. Ας ανοίξω λίγο, ντουμάνιασε. Κοιτάς έξω. Ησυχία. Ωραία είναι η πόλη άδεια. Ήρεμη. Παγωμένη. Messenger. Βαριέμαι τώρα. Αύριο. Κοιτάς τον τοίχο. Κοιτάς το ταβάνι. Σκέφτεσαι. Βγαίνεις στον μπαλκόνι. Έβαλε κρύο. Ας κάνω ένα τσιγάρο. Ωραία είναι η πόλη άδεια. Ήσυχη. Κοιτάς το κενό. Να πηδήξω; Όχι σήμερα. Αύριο.