When you explain it, it becomes BANAL.

Πόσα μπάνια έχεις κάνει;

Το thumbnail του άρθρου με τίτλο Πόσα μπάνια έχεις κάνει;

Το ορόσημο ήταν πάντοτε τα κεράσια. Από τη στιγμή που θα έκαναν την εμφάνισή τους σαν μεγάλες σταγόνες αίματος στο μεγάλο γαλάζιο μπολ με τη ζελατίνα στο πάνω πάνω ράφι του ψυγείου, για να είναι ευδιάκριτα και να μη βάζει κανείς κατά λάθος τίποτα άλλο από πάνω και ζουλιούνται, ήξερες πως μία δοκιμασία μόνο σε χώριζε πλέον από την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού: η δοκιμή των καλοκαιρινών ρούχων. Δοκιμασία όνομα και πράγμα, δηλαδή!

Προς επιβεβαίωση, μάλιστα, με το που έκλεινες την πόρτα του ψυγείου, πήγαινες απευθείας στο υπνοδωμάτιο, και τις περισσότερες φορές το ένστικτό σου σε δικαίωνε. Κάτι θεόρατες –σε σχέση με τα τότε κυβικά σου– βαλίτσες ορθώνονταν αγέρωχες στον κενό χώρο μεταξύ του κρεβατιού και της ντουλάπας. Κρύος ιδρώτας σε έλουζε για λίγα δευτερόλεπτα, εν είδει προθέρμανσης για τον κανονικό που θα έχυνες βαζοβγάζοντας μπλούζες, σορτσάκια, ραντάκια, κάπρι κολάν, φούστες και φορέματα, μιας και έπρεπε να ξεχωρίσετε αυτά που σου έκαναν από αυτά που σου ήταν πια μικρά, για να τοποθετηθούν έπειτα τα μεν στις συρταριέρες, τα δε σε πλαστικές σακούλες. Άπαξ και περνούσε κι αυτό το μαρτύριο, όμως... Ποιος σε έπιανε!

Θυμάσαι τη χαρά σου την πρώτη μέρα που πήγαινες στο σχολείο φορώντας κοντομάνικο; Πόσο ανάλαφρος και ανανεωμένος ένιωθες; Κι όταν το σχολείο έκλεινε για καλοκαίρι, έσβηνες τα απογεύματα στη θάλασσα τον ιδρώτα του πρωινού παιχνιδιού στις αυλές και τις γειτονιές, μετρώντας μπάνια και παγωτά. Μερικά βράδια έτρωγες το αγαπημένο σου φαγητό: πατάτες τηγανητές με φέτα και αβγό ποσέ. Σχημάτιζες με τον αντίχειρα και τον δείκτη το γράμμα L, κρατούσες τη μία άκρη της πατάτας με το ένα δάχτυλο, την άλλη με το άλλο, και με το καλό σου χέρι τοποθετούσες λίγη τριμμένη φέτα ενδιάμεσα. Ύστερα, ένωνες τον αντίχειρα με τον δείκτη και είχες το τέλειο σάντουιτς της μιας χαψιάς! Για την επόμενη μπουκιά βουτούσες μία άλλη πατάτα στον πορτοκαλί κρόκο και συνέχιζες έτσι, εναλλάξ, μέχρι να τελειώσουν οι πατάτες. Μετά το φαγητό καθόσουν όπως οι μεγάλοι, με τα πόδια πάνω στα κάγκελα, και χάζευες τα αεροπλάνα: «Όποιο πηγαίνει προς τα δεξιά σημαίνει ότι πάει στην Αθήνα, αφού προς τα κει πάμε, όταν πάμε στην Αθήνα. Άρα, όποιο πάει προς τα αριστερά πάει στη Θεσσαλονίκη».

Μερικές φορές μέσα στη μέρα, βέβαια, βαριόσουν, οπότε έπιανες τις Χαρούμενες Διακοπές – αν και, από κεκτημένη ταχύτητα, το μισό βιβλίο το τέλειωνες πριν καλά καλά φύγει ο Ιούνιος. Σου έλεγαν, όμως, να μη λύνεις τόσο γρήγορα τις ασκήσεις, για να σου φτάσουν για όλο το καλοκαίρι. Υπάκουες, αλλά ύστερα από λίγο καιρό το μυαλό πετούσε, και έφτανε ο Σεπτέμβρης, και οι μισές σελίδες ήταν ακόμη άγραφες...

Παραδόξως, οι Χαρούμενες Διακοπές εξακολουθούν να βρίσκονται σε περίοπτη θέση στα ράφια των βιβλιοπωλείων κάθε καλοκαίρι. Πλέον, βέβαια, δεν παίζεις στο μπαλκόνι το «μάντεψε τι χρώμα θα είναι το επόμενο αυτοκίνητο που θα περάσει», αλλά βρίσκεσαι ο ίδιος μέσα στο αυτοκίνητο που περνά και προσπαθείς να μαντέψεις πού θα μπορούσες να βρεις να παρκάρεις. Τα ρούχα σου σου κάνουν συνήθως – άσε που με το γυμναστήριο φοράς κοντομάνικα όλον τον χρόνο πια. Για τις τηγανητές πατάτες δε, ούτε λόγος. Κι όμως: συνεχίζεις να μετράς τα μπάνια, και κάθε φορά που συναντάς κάποιον γνωστό σου καλοκαίρι, ασυναίσθητα σου βγαίνει και τον ρωτάς: «πόσα μπάνια έχεις κάνει;».


Μοιράσου το με αγαπημένους σου