Από αυτό το τεύχος ξεκινάει μια καινούρια σελίδα (κυριολεκτικά) στο BANAL, στην οποία θα προσπαθήσω να προσεγγίσω την ιστορία της τέχνης μέσα από κινήματα, καλλιτέχνες, και όχι μόνο. Για να κάνουμε μια δυναμική αρχή λοιπόν, θα ξεκινήσω με ένα από τα αγαπημένα μου έργα, το Polpette al Grasso di Marco, έργο του Χιλιανού Marco Evaristti, το οποίο έλαβε χώρα το 2006 και είχε τη μορφή performance, αλλά στη συνέχεια εκτέθηκε και σε γκαλερί. Ο καλλιτέχνης σε αυτό του το έργο φτιάχνει κεφτεδάκια από μοσχαρίσιο κιμά από το δικό του σωματικό λίπος, τα οποία καταναλώνει στη συνέχεια. Κατόπιν, μετέφερε το έργο του σε γκαλερί, συσκευάζοντας τις λιχουδιές του σε 13 υπέροχες κονσέρβες «Polpette Al Grasso Di Marco». Πρόκειται για ένα έργο με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, εξαιτίας της ανατρεπτικής και αιρετικής του φύσης. Πώς γίνεται ο κανιβαλισμός να θεωρείται τέχνη; Και, γενικότερα, πρέπει να υπάρχουν ταμπού στην τέχνη; Εφόσον ο ίδιος τρώει το δικό του λίπος και δεν επιβαρύνει την ελευθερία κάποιου άλλου, γιατί αυτό να είναι κατακριτέο, ενώ στο πέρασμα των χρόνων έχουμε δει να γίνονται πολύ χειρότερα, τόσο στο όνομα του γενικού καλού όσο και στο όνομα της θρησκείας; Aς κάνουμε μια μικρή προσπάθεια να αποκωδικοποιήσουμε το έργο και το τι μπορεί να συμβολίζει.
Το Polpette al Grasso di Marco περιέχει απτή κοινωνική κριτική και σχόλια σχετικά με την καταναλωτική κουλτούρα της σημερινής εποχής, όπου καταναλώνουμε πάρα πολλά τρόφιμα και στη συνέχεια «αγοράζουμε» τον εαυτό μας αδύνατο μέσω της λιποαναρρόφησης. Το έργο αυτό σχολιάζει τα όρια και το νόημα του σώματος. Υπάρχει μια πλευρά του έργου, στην οποία ο Evaristti καταναλώνει κανιβαλιστικά ανθρώπινο γεύμα και έτσι ξεπερνά ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της κοινωνίας, βάσει του οποίου το ανθρώπινο σώμα είναι ιερό και, ως εκ τούτου, μη βρώσιμο. Ωστόσο, πριν από το γεύμα, ο Evaristti έκανε λιποαναρρόφηση, η οποία είναι μια γενικά αποδεκτή επιστημονική διαδικασία που μπορεί να τραβήξει ανεπιθύμητο λίπος από το σώμα, για να κάνει τους ανθρώπους πιο ελκυστικούς. Κατά τη διάρκεια της λιποαναρρόφησης, το σωματικό λίπος μετακινείται έξω από το σώμα και γίνεται αντικείμενο δίπλα στο σώμα, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, για να παρασκευάσει κανείς κεφτεδάκια, όπως βλέπουμε. Άρα, εφόσον το ανθρώπινο κομμάτι που κατανάλωσε ήταν εκτός του ανθρώπινου σώματος και η διαδικασία για την αφαίρεσή του ήταν νόμιμη και αποδεκτή, θεωρείται κανιβαλισμός η πράξη του; Πέραν τούτου, το αιρετικό στοιχείο συνεχίζεται, καθώς θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος ότι ο καλλιτέχνης προσπαθεί να γίνει ένας μικρός «θεός», ο οποίος δίνει «ζωή» στο έργο του. Αλλά σε τι βαθμό αυτό το έργο είναι πραγματικά δικού του και του ανήκει; Τα έργα ανήκουν στον δημιουργό ή αποκτούν δική τους διάσταση και νόημα, όπως ο άνθρωπος; Είναι ο άνθρωπος ελεύθερος πραγματικά και έχει δική του υπόσταση ή είναι υποχείριο του θεού ή του καπιταλισμού; Η τέχνη είναι ανάγκη ή ευκαιρία για πλούτο και δόξα; Αυτά τα ερωτήματα, όπως και πολλά ακόμη, προκύπτουν από μια γρήγορη ματιά στο έργο αυτό. Είναι ένα έργο που προκαλεί έντονες αντιδράσεις και φαίνεται να έχει ως μοναδικό στόχο να προκαλέσει σοκ σε όποιον το δει, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα έργο που προσεγγίζει και σχολιάζει πολλά θέματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο και την κοινωνία. Είναι μια μορφή ανατρεπτικής φιλοσοφικής αναζήτησης, που δεν μένει όμως μόνο στη θεωρία.
Επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον έχει και το μέσο που επιλέγει να αποθηκεύσει το έργο του: κονσερβοκούτια, που αισθητικά παραπέμπουν στο έργο του Andy Warhol Campbell’s Soup του 1962 και κατ’ επέκταση στην pop art. Έτσι, κάνει ένα σχόλιο για τη μαζική κουλτούρα της εποχής και τον υπερκαταναλωτισμό, ένα θέμα επίκαιρο από το 1960 μέχρι και σήμερα. Φτηνό υλικό, εργοστασιακό προϊόν, άρα και πολύ μαζικό, το οποίο μπορεί να βρει ο οποιοσδήποτε οπουδήποτε. Μη ανακυκλώσιμο συνήθως, άρα και «αιώνιο», με αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Ο σχολιασμός όμως δεν σταματά στην κυριολεκτική σημασία της υπερκατανάλωσης, αλλά επεκτείνεται και στην έννοια του καλλιτέχνη, ο οποίος είναι ο ίδιος το «προϊόν» της τέχνης του, που προορίζεται προς πώληση και κατανάλωση. Ο Evaristti δεν μένει μόνο στη συμβολική αναπαράσταση του καλλιτέχνη ως προϊόντος θεωρητικά, αλλά το κάνει και κυριολεκτικά. Γι’ αυτόν τον λόγο, ξεπερνά τα όρια και γίνεται στην κυριολεξία το προϊόν, το οποίο συσκευάζεται και είναι έτοιμο προς κατανάλωση: γίνεται ταυτόχρονα υποκείμενο και αντικείμενο. Η συσκευασία πάνω στις μεταλλικές κάννες διαθέτει ένα ζωηρό ροζ χρώμα, το οποίο το έχουμε συνδέσει κυρίως με τη γυναικεία φύση. Επίσης, έχει τοποθετήσει μια φωτογραφία του, στην οποία ποζάρει γυμνός αισθησιακά, εμφανώς όμως με χλευαστική διάθεση. Ένα σχόλιο γύρω από τον σεξισμό, θα μπορούσε να πει κανείς, και την πεποίθηση ότι οι γυναίκες ανήκουν στην κουζίνα, οπότε υποθετικά προορίζεται κυρίως γι’ αυτές το προϊόν, αν αναλογιστούμε και παλαιότερες διαφημίσεις του 1950 και του 1960, στις οποίες κονσερβοποιημένα προϊόντα προωθούνταν με αυτή τη λογική και με αυτή την αισθητική. Ακόμη, πάνω στη συσκευασία βρίσκεται μια φωτογραφία από το σημείο όπου έχει γίνει η τομή, κάτι που παραπέμπει στις σφραγίδες προέλευσης του κρέατος πάνω στα ζώα. Τέλος, στη συσκευασία αναγράφονται αναλυτικά σε γραμμάρια και τα υπόλοιπα υλικά της συνταγής, αλλά και ο τρόπος με τον οποίον θα μαγειρέψουμε τη σάλτσα, καθώς και μια ιδέα για συνοδευτικό. Μπορεί και η συσκευασία να είναι ένα έργο από μόνη της, το οποίο κάνει κριτική και σχολιάζει ταυτόχρονα τόσο την τέχνη όσο και την κοινωνία.
Ο Evaristti έγινε ο ίδιος το έργο τέχνης, αλλά ταυτόχρονα και το κοινό, τόσο κυριολεκτικά, που περισσότερο δεν γίνεται. Κατακρίνει την εμπορευματοποίηση της τέχνης και τον όρο καλλιτέχνη που έχουν επιβάλει οι καλλιτεχνικοί θεσμοί. Σπάει κάθε ταμπού και στερεότυπο, κριτικάρει τόσο την καλλιτεχνική δημιουργία όσο και την θρησκεία. Το βασικότερο νόημα αυτού του έργου όμως είναι η αυτοκριτική. Οι περισσότεροι, βλέποντας αυτό το έργο, θα αηδίαζαν, αλλά στην πραγματικότητα οι ίδιοι κάνουν πολύ περισσότερα από αυτά. Καταναλώνουν πολύ περισσότερα αγαθά απ’ όσα χρειάζονται και επεμβαίνουν με διάφορα μέσα στο σώμα τους, γιατί δεν τους ευχαριστεί – τις περισσότερες φορές εξαιτίας των όσων καταναλώνουν. Για να αποκτήσουμε πολλές φορές αυτά που μας παρουσιάζονται ως αγαθά, εμφανίζουμε «κανιβαλιστικές» τάσεις ως προς τους άλλους ανθρώπους, χωρίς να μας ενδιαφέρει τι είναι ηθικά σωστό και τι όχι. Ενώ όλα αυτά είναι πολύ συνηθισμένα πράγματα για τη σύγχρονη κοινωνία, όταν τα βλέπουμε σε μια τόσο έντονη και ωμή αναπαράσταση, μας φαίνονται αηδιαστικά, αποκρουστικά και τρελά, καθώς είτε δεν αντιλαμβανόμαστε αυτά που ζούμε είτε δεν θέλουμε να τα αντιληφθούμε.
Μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του καλλιτέχνη εδώ: https://www.evaristti.com/.