Μέσα καλοκαιριού. Οι πρώτες βουτιές στη θάλασσα έχουν γίνει, οι ρυθμοί ίσως να έχουν μεταβληθεί και η ανυπομονησία για διακοπές είναι παρούσα: τότε βγαίνει η κούραση. Όχι μία οποιαδήποτε κούραση, αλλά αυτή η βαριά, η δυσκίνητη, αυτή που μετράει τις μέρες που έχει για να ξεκουραστεί, και πάλι δεν της φτάνουν. Η συγκεκριμένη επίμονη κούραση, που καταπιεζόταν τους προηγούμενους μήνες, όταν η καθημερινότητα εξανεμιζόταν μέσα από τα χέρια σου, και τώρα, που ήρθε ο χρόνος που δεν έβρισκες για εσένα, η παύση και η πολυπόθητη ξεκούραση, εσύ δεν νιώθεις καλά.
Είναι παρατηρημένο πως η παραγωγική κουλτούρα της «επιτυχίας» έχει τοποθετήσει την παύση και την ξεκούραση σ’ ένα βάθρο. Η ξεκούραση και η διακοπή έχουν γίνει χρυσά μετάλλια και έπαθλα σ’ έναν αγώνα χωρίς γραμμή τερματισμού. Για να φτάσουμε να κερδίσουμε την ξεκούραση, υπάρχουν σιωπηλές και μη προϋποθέσεις: να ολοκληρώσω έναν όγκο δουλειάς, να έχω χρήματα, να βγαίνουν οι μέρες της άδειας, να αξίζω την ξεκούραση, να έχω κάτι να περιμένω. Οι προϋποθέσεις αυτές γίνονται εξωτερικά ή εσωτερικά ερεθίσματα που δίνουν συνεχώς σήμα για να δηλώσουν την ύπαρξή τους: «Θα ξεκουραστείς, όταν φύγει από το πρόγραμμά σου η τάδε ή η δείνα υποχρέωση». Διαχέεται πολύ υπόγεια και σιωπηλά αυτός ο τρόπος σκέψης μέσα στον νου μας και συνεχώς ενισχύεται με συμπεριφορές που μας διατηρούν σε δράση. Η ξεκούραση θα περιμένει για να έρθει αργότερα στο προσκήνιο. Οι υποχρεώσεις έχουν προτεραιότητα.
Μέσα από τη συνομιλία με ανθρώπους ολοένα και πιο κουρασμένους, σωματικά και πνευματικά, επιβεβαιώνεται πως αυτές οι προϋποθέσεις συνυπολογίζονται ασυνείδητα κάθε μας στιγμή έναντι της ξεκούρασής μας. Στην παραγωγική κουλτούρα ο χρόνος είναι χρήμα, και η μη επικερδής στιγμή είναι άχρηστη. Το σώμα μας, ωστόσο, έχει αντίθετη ανάγκη.
Η παύση και η ξεκούραση είναι επιβιωτικής σημασίας για τον οργανισμό μας. Είναι οι πύλες της αφομοίωσης των πληροφοριών, της επίγνωσης των συναισθημάτων και των πράξεών μας και της συνάντησης με τον εαυτό. Σίγουρα, αποτελεί αυτοτελές μέρος της καθημερινής ζωής, και όχι μία εξαίρεση αυτής. Λειτουργικά είναι αναγκαίο η παύση και η ξεκούραση να έχουν χρόνο στη μέρα μας, όχι μόνο με τη μορφή του βραδινού ύπνου –που δεν είναι για όλους δεδομένος και πλήρης–, αλλά και με παύσεις-μεταβάσεις ανάμεσα στις διαφορετικές δραστηριότητες στη μέρα μας, όπως είναι, για παράδειγμα, το κενό ανάμεσα στο σχόλασμα και την απογευματινή δραστηριότητα ή αυτό ανάμεσα στο πρωινό ξύπνημα και την έναρξη της εργασίας. Αυτό το μεσοδιάστημα, αυτός ο κενός χώρος –για άλλους, χρόνος–, είναι γεμάτος από διαθέσιμες στιγμές ξεκούρασης, με την έννοια της συνάντησης με τον εαυτό, όπως είναι τη στιγμή που τον συναντάμε, για να γνωρίζουμε τις πραγματικές μας ανάγκες και να αναπροσαρμόσουμε τη φροντίδα μας προς εμάς. Στο παρόν, κι όχι σ’ ένα μακρινό μέλλον.
Αυτή η διαδικασία είναι σημαντική, καθώς δίνει συχνά στο σύστημά μας τις ανάσες και τις παύσεις που χρειάζεται, μαθαίνοντάς το –ξεχνάμε εύκολα!– την κατάσταση της ξεκούρασης. Αν δεν υπάρχουν καθόλου αυτές οι στιγμές καθημερινά, το σύστημά μας αντιδρά με στρες, όταν έρθουν αυτές οι λίγες μέρες των διακοπών, διότι προσπαθεί να χωρέσει μέσα σε λίγες μέρες όλη την ένταση και το φορτίο που φέρει για καιρό και αποτυγχάνει.
«Η ένταση είναι αυτό που νομίζεις ότι πρέπει να είσαι. Η χαλάρωση είναι αυτό που είσαι», λέει μία κινέζικη παροιμία. Έχει γίνει δύσκολη η παύση, γιατί ήδη έχουμε τρέξει πολύ μακριά από τον εαυτό μας.
Ας επιστρέφουμε πιο συχνά!