When you explain it, it becomes BANAL.

Το Βερολίνο και η ελίτ της κλασικής μουσικής

Το thumbnail του άρθρου με τίτλο Το Βερολίνο και η ελίτ της κλασικής μουσικής

Φέτος το καλοκαίρι είχα την τύχη να επισκεφτώ και να μείνω για είκοσι μέρες στο Βερολίνο. Μια πρωτεύουσα πολυπολιτισμική, με μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον, που αγκαλιάζει τη διαφορετικότητα. Η προσοχή που δίνει η πόλη στην τέχνη είναι παντού εμφανής, από τα γκράφιτι στους τοίχους, τα installations μέσα σε τουριστικά εκθέματα, μέχρι και τις αναρίθμητες συναυλίες και παραστάσεις που συμβαίνουν καθημερινά. Άδραξα λοιπόν την ευκαιρία και παρακολούθησα τρεις συναυλίες κλασικής μουσικής (όχι φυσικά το πιο αβάν-γκαρντ πράγμα που μπορούσα να κάνω στο Βερολίνο), αλλά, εκτός από το ότι η καθεμία τους ήταν μια φοβερή εμπειρία, αποτέλεσαν και έναυσμα για κάποιες περαιτέρω σκέψεις που θα παραθέσω παρακάτω.

Η πρώτη συναυλία ήταν με την Ευρωπαϊκή Ορχήστρα Νέων (EUYO). Είναι μια εξαιρετική ορχήστρα που περιοδεύει κάθε καλοκαίρι, με νέους μουσικούς από την Ευρώπη. Φέτος παρουσίασαν ένα πολυποίκιλο πρόγραμμα που περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, έργα του Στραβίνσκι, του Ραβέλ και του Σαιν-Σανς. Ήταν ιδιαίτερα συγκινητικό για εμένα να βλέπω μια τόσο καλή ορχήστρα με μουσικούς της ηλικίας μου, καθώς μου ήταν πολύ εύκολο να ταυτιστώ με την προσπάθειά τους και τον αγώνα τους, για να φτάσουν μέχρι αυτό το σημείο. Στην αρχή της συναυλίας τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Κατά τη διάρκεια αυτού του ενός λεπτού, και καθώς η θέση μου ήταν σε θεωρείο, είχα τη δυνατότητα να παρατηρήσω το μεγαλύτερο μέρος του κοινού. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι το κοινό αποτελούνταν στην πλειοψηφία του από λευκούς με μέσο όρο ηλικίας τα 65. Η παρατήρηση αυτή ήρθε μέσα μου σε σύγκρουση με τον φόρο τιμής που αποδίδαμε εκείνη τη στιγμή στα θύματα ενός πολέμου, που απλώς έτυχε να βρίσκεται γεωγραφικά πιο κοντά μας, ανάμεσα σε τόσους άλλους πολέμους που γίνονται αυτή τη στιγμή στον κόσμο.

Στη δεύτερη συναυλία ακούσαμε την Ορχήστρα Ντιβάν (West-Eastern Divan Orchestra), με μαέστρο τον Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ και στο σόλο πιάνο τον Λανγκ Λανγκ. Αυτοί οι δύο είναι από τους διασημότερους στον χώρο της κλασικής μουσικής, επομένως το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο. Η συναυλία είχε σχεδόν την αίσθηση ότι ακούγαμε μια ηχογράφηση, παρά το γεγονός ότι ήμασταν σε εξωτερικό χώρο. Ο τίτλος της συναυλίας ήταν Ισπανικές νύχτες και το ρεπερτόριο ήταν ανάλογο, με έργα των Ραβέλ, Ντεμπισί, Ντε Φάγια κ.ά.. Έπειτα από την εμπειρία της πρώτης συναυλίας που προανέφερα, αναπόφευκτα συνέχισα να παρατηρώ το κοινό. Αυτή τη φορά η συναυλία πραγματοποιήθηκε σε ένα θέατρο κοντά στα Ολυμπιακά Στάδια του Βερολίνου, οπότε η διαδρομή μέχρι εκεί αποτέλεσε μια σχεδόν ξεχωριστή εμπειρία. Από το κέντρο κιόλας της πόλης άρχισαν να ανεβαίνουν μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι εξοπλισμένοι με κουβέρτες, καλάθια, τσάντες κ.λπ., έτοιμοι για τη συναυλία. Ήταν πολύ εντυπωσιακό για εμένα, καθώς δεν έχω ξαναζήσει κάτι τέτοιο. Αυτή τη φορά το κλίμα ήταν πολύ ευδιάθετο, καθώς ο κόσμος μπορούσε να πιει την μπίρα του και να παρακολουθήσει τη συναυλία. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος όρος ηλικίας ήταν ξανά υψηλός (με εξαίρεση μερικούς νέους εδώ κι εκεί).

Η τελευταία συναυλία που πήγα ήταν αυτή της Ορχήστρας Νέων Λουτοσλάβσκι (ILY). Είναι μια πολωνική ορχήστρα νέων, με ελαφρώς μικρότερο ηλικιακό εύρος από την πρώτη. Παρουσίασαν ένα αρκετά πιο σύγχρονο (σε σχέση με τις προηγούμενες) και μουσικά πολύπλοκο πρόγραμμα, με έργα των Λουτοσλάβσκι και Μπάρτοκ. Το κοινό αυτή τη φορά ήταν πολυποίκιλο, είχε μερικούς νέους και αρκετούς τουρίστες. Το πρόγραμμα της συναυλίας ήταν απαιτητικό και οι νέοι μουσικοί ανταποκρίθηκαν πάρα πολύ καλά. Ωστόσο, μετά το πρώτο μισό της συναυλίας ένα μέρος του κοινού αποχώρησε, καθώς μάλλον το πρόγραμμα της συναυλίας ήταν αρκετά περίεργο ως άκουσμα.

Όλες οι παραπάνω σκέψεις με οδήγησαν στην εξής ερώτηση: τελικά, οι συναυλίες «κλασικής» μουσικής απευθύνονται σε όλους ή μήπως είναι ελιτίστικες; Πολλές φορές ακούγεται η άποψη ότι οι κλασικοί μουσικοί είναι απόμακροι, θεωρούν τον εαυτό τους καλύτερο, υποτιμούν και αντιμετωπίζουν ως αμόρφωτους τους υπολοίπους (μη μουσικούς). Η σκληρή αλήθεια είναι ότι πολλές φορές αυτό ισχύει. Αφενός μεν, όντας μουσικός η ίδια, κατανοώ τα χρόνια, τη μελέτη, την προσπάθεια και το οικονομικό κόστος που χρειάζεται να αφιερώσει κανείς, ακόμα και από την παιδική του ηλικία, μέχρι να μπορέσει να ονομαστεί «επαγγελματίας μουσικός», όπως ακόμα και την κατασκευαστική πολυπλοκότητα της ίδιας της μουσικής που καλούμαστε να μελετήσουμε και να ερμηνεύσουμε. Αφετέρου δε, θεωρώ ότι είναι υποχρέωσή μας ως μουσικών, δασκάλων και καλλιτεχνών να κάνουμε αυτό το είδος μουσικής, που τόσο αγαπάμε, κατανοητό και προσβάσιμο για όλους. Η εκπαίδευση είναι το μεγάλο όπλο στα χέρια μας. Μέσα από διαφορετικούς φορείς μπορούμε να προσεγγίσουμε το κοινό (μικρούς και μεγάλους) και να το βοηθήσουμε να κατανοήσει αυτό το είδος μουσικής. Είτε αυτοί είναι οι μεγάλοι οργανισμοί μουσικής είτε τα ωδεία στις γειτονιές είτε κάθε μουσικός ξεχωριστά, θα μπορούσαμε όλοι μας και ο καθένας με τον τρόπο του να εργαστούμε γι’ αυτόν τον σκοπό.


Μοιράσου το με αγαπημένους σου