Belly dance, οριεντάλ ή χορός της κοιλιάς. Ένας χορός που πολλοί ξέρουν, λίγοι όμως γνωρίζουν. Οι απαρχές του εντοπίζονται στην αρχαία Αίγυπτο, όπου ξεκίνησε ως πρακτική των γυναικών για την προετοιμασία του σώματός τους για την εγκυμοσύνη και τη γέννα. Με τις κινήσεις της κοιλιάς και με τεχνικές αναπνοής, μετακινούσαν ακόμα και τα όργανά τους μέσα στο σώμα τους, προσομοιάζοντας τη μετατόπιση των οργάνων κατά την εγκυμοσύνη.
Στη σύγχρονη Αίγυπτο εξελίχθηκε σε παραδοσιακό χορό για άντρες και γυναίκες, ενώ με τα χρόνια άρχισε να γίνεται σχεδόν αποκλειστικά γυναικείος χορός και εισήχθη στην ποπ κουλτούρα με την εμφάνιση των χορευτριών στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Έπειτα, η νέα γενιά των belly dancers άρχισε να εμφανίζεται σε club του Καΐρου, δίνοντας έτσι μια νέα διάσταση στο belly dance, το οποίο μ’ αυτή τη μορφή κυρίως διαδόθηκε σε όλον τον κόσμο. Οι χορεύτριες στην Αίγυπτο στιγματίστηκαν, κι έτσι η σκυτάλη έχει πια περάσει σε ξένες χορεύτριες.
Στην Ελλάδα ακόμα δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ αυτό το στίγμα της «χορεύτριας», η οποία στο μυαλό της κοινωνίας γδύνεται και κουνιέται στα μαγαζιά, στα τραπέζια και τις μπάρες. Πήραμε, λοιπόν, μια μορφή τέχνης –γιατί αυτό είναι το belly dance, όπως και ο κάθε χορός– και την εξισώσαμε με τα εκάστοτε θεάματα σε μπουζούκια και νυχτερινά κέντρα. Φυσικά υπάρχει κι αυτό, αλλά ίσως πρέπει κάποια στιγμή ν’ αρχίσουμε να ξεχωρίζουμε τον καλλιτέχνη από τον «εμφανιζόμενο» και να συνειδητοποιήσουμε πως όχι, οι γυναίκες δεν χορεύουν για να τραβήξουν την προσοχή ή για να δείξουν το σώμα τους. Χορεύουν για να εκφράζονται, για να εκτονώνονται, γιατί το χρειάζονται, γιατί έτσι νιώθουν κι έτσι θέλουν. Άλλωστε η τέχνη είναι τέχνη. Το μόνο που αλλάζει –ή πρέπει να αλλάξει– είναι το πώς αντιλαμβανόμαστε την τέχνη.